Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2016

Η αρχαία τέχνη σαν παραμύθι ΙΙ


Η Μελίτη, κόρη του δαδοποιού Φιλάρετου, κεντούσε το πέπλο του Υμέναιου καιρό τώρα. Ήταν παιδούλα ακόμη, μα μεγαλύτερη έδειχνε. Ήταν όμορφη και τρυφερή. Το δέρμα της ήταν λευκό, πιο λευκό από το γάλα, και η φωνή της πιο γλυκιά από της λύρας. Ήταν περήφανη η Μελίτη, περήφανη σαν ατίθασο άλογο.
Είδε τον νέο να περνάει μπροστά από το παραθύρι της, ημίγυμνο, νευρώδη, με τετράγωνους ώμους. Έλαμπε το στενόμακρο πρόσωπό του, ενώ από το κεφάλι του έτρεχαν, όμοιοι με φλόγες, οι καλοπλεγμένοι βόστρυχοι. Ίδιος θεός ήταν ο αγαθός νέος της Βολομάνδρας με το μοναδικό χαμόγελο. Πήγαινε στην αγορά. Ένας ποιητής είχε φθάσει στην πόλη. Ένας σοφός ποιητής, είπε κάποιος. Όλοι οι πολίτες εκεί θα ήταν μαζεμένοι. Χαρούμενοι θα ήταν και θα χαμογελούσαν με ψυχή ανάλαφρη. Θα πείραζαν ο ένας τον άλλον και θα χαίρονταν, γιατί είχαν μάθει από τους ποιητές πως κανείς δεν γίνεται να ελπίζει σ’ ολάκερη την ευτυχία. ένα μικρό μερίδιο μπορεί να προσδοκά μονάχα  κει που δεν το περιμένει.
Έτσι έγινε. Η ζωή του νέου δεν κράτησε πολύ. Αφήνιασε το άλογο ένα πρωί. Πιάστηκε το πόδι του στα γκέμια. Ξωπίσω του τον τράβηξε το άτι. Σφηνώθηκε ανάμεσα σε δυο δέντρα. Εκεί χωρίστηκε από το κορμί η χαμογελαστή ψυχή του.
Το άγαλμα που στήσανε μπροστά στο ιερό δεν προκαλούσε θλίψη. Ίσα ίσα, γλύκαινε την ψυχή των προσκυνητών.


Λίγο καιρό μετά, μια φεγγαρόφωτη νύχτα,  η Μελίτη βγαίνει κρυφά από το σπίτι της και πάει στο ιερό. Αστράφτει η χαμογελαστή πέτρα στο σκοτάδι. Η παιδούλα κρατάει στο χέρι της ένα μπακιρένιο δοχείο γεμάτο με πυρίκαυστο υγρό. Ανεβαίνει στο μαρμάρινο βάθρο του αγάλματος και απλώνει το εύφλεκτο υγρό πάνω στο κορμί του νέου. Σαν τελειώνει, βγάζει από τον κόρφο της το δαντελένιο πέπλο, αυτό που έπλεκε για την ημέρα του γάμου της,  και τυλίγει το λατρεμένο κορμί.
«Πού νάξερες», του λέει και τον χαϊδεύει τρυφερά, «έτοιμη ήμουν να σε δεχτώ».
Το χάδι αυτό, το τελευταίο, το τόσο θερμό, δίνει φωτιά στο μάρμαρο. Φουντώνει στη στιγμή το πυρίκαυστο υγρό και καίγεται μαζί του η παρθενική δαντέλα.
«Το χνάρι της Αφροδίτης», είπαν εκστασιασμένοι οι περαστικοί, όταν στο φως του ήλιου είδαν ανάγλυφα πάνω στο υπέροχο γλυπτό τα ανεξίτηλα  στολίδια της θεάς.

Σημείωση: Ο επιτύμβιος κούρος της Βολομάνδρας, που εκτίθεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, έχει ύψος 1,79 μέτρα, κατασκευάστηκε μεταξύ 570 και 550 π.Χ. και είναι από τους αντιπροσωπευτικότερους της μέσης αρχαϊκής περιόδου.  Η διακοσμητική του απόδοση έχει γίνει με μεγάλη επιτηδειότητα και οι λεπτομέρειες του σώματος είναι πολύ στρογγυλεμένες.
Το παραμύθι έγραψε ο Βλάσσης Τρεχλής.

Πηγή για την εικόνα:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου