Δευτέρα 28 Αυγούστου 2017

Κοσμικός ουμανισμός


Ο Luc Ferry μόνο στην Ελλάδα είναι σχετικά άγνωστος. Αντίθετα, στη Γαλλία, και στην Ευρώπη γενικότερα, είναι πασίγνωστος και δημοφιλής, φυσιογνωμία σχεδόν εμβληματική, και οι παρεμβάσεις του είναι πάντοτε βαρύνουσες. Ο όγκος της δουλειάς του, στην πολιτική φιλοσοφία κυρίως, είναι τεράστιος, ενώ μεταξύ των ετών 2002 και 2004 υπηρέτησε ως υπουργός παιδείας στην κυβέρνηση του Jean-Pierre Raffarin.

Ο Luc Ferry

Στον χώρο της πολιτικής φιλοσοφίας, ο Luc Ferry μαζί με τον Alain Renaut πρώτα-πρώτα εντοπίζουν το πρόβλημα που απασχολεί τους σύγχρονους πολιτικούς στοχαστές: ο ουρανός πρέπει να παραμείνει άδειος από εξουσία (Θεό, φύση, παραδόσεις), ενώ επιπλέον πρέπει να απωθηθεί το φάντασμα της επιστροφής είτε στους Νόμους της Ιστορίας (κομμουνισμός), είτε στους Νόμους της Φύσης (ναζισμός). Η λύση είναι η δημοκρατία, ισχυρίζεται ο έτερος μεγάλος πολιτικός στοχαστής, ο Leo Strauss, ο οποίος όμως δεν καταφέρνει να επιλύσει την αντίφαση που δημιουργείται ανάμεσα στον ατομικισμό της νεωτερικότητας και την υποχρεωτική διατήρηση του δημόσιου χώρου. Ο Ferry και ο Renaut, για να λύσουν το πρόβλημα και να παρουσιάσουν μια πολιτική φιλοσοφία που δεν θα αποδυναμώνει τη σύγχρονη ιστορία επιστρατεύοντας αναδρομικές πρακτικές, στρέφονται στον Johann Gottlieb Fichte, ο οποίος καταρρίπτει τη μεταφυσική ψευδαίσθηση και θεμελιώνει μια φιλοσοφία του δικαίου ως βάση επικοινωνίας μεταξύ ατόμων απαλλαγμένων από το βρόγχο των μεγάλων συστημάτων, σαν αυτό που είχε εισηγηθεί ο Georg Wilhelm Friedrich Hegel.

O Alain Renaut

Οι δύο φιλόσοφοι υποστηρίζουν μια πολιτική φιλοσοφία που να διέπεται από έναν μη-μεταφυσικό ουμανισμό και που να βασίζεται σε μια «πρακτική οντολογία». Η ελευθερία, αυτή την οποία επεδίωκε και ο Leo Strauss, πρέπει, ισχυρίζονται, να απαλλαγεί από όλα όσα την αλλοιώνουν και την απειλούν, δηλαδή πρέπει να απαλλαγεί: α) από τον εγελιανό θρίαμβο του λόγου, που υποθάλπει τον σταλινισμό, β) από το χαϊντεγγεριανό «μυστήριο» της Ιστορίας του είναι, που υποθάλπει τον ανορθολογισμό και γ) από τον καντιανό ηθικό τρόμο, που υποθάλπει έναν επαναστατικό βολονταρισμό. Με αυτόν τον τρόπο, οι δύο φιλόσοφοι τοποθετούνται στη μακρά εκείνη σειρά πολιτικών στοχαστών οι οποίοι, με άξονα το διακύβευμα της ανθρώπινης ελευθερίας, επιχειρηματολογούν υπέρ μιας καθολικής συναίνεσης, εφόσον πρώτα επανεφευρεθούν οι συνθήκες πολιτικού λόγου, συλλογικών αποφάσεων και δημόσιας συζήτησης. Πρόκειται για αυτό που ο Ferry ονομάζει «κοσμικό ουμανισμό».

Πηγές για τις εικόνες:

Δευτέρα 14 Αυγούστου 2017

Αύγουστος: και με φως και με θάνατον


Ένα συνονθύλεμα λέξεων που περιέχει κάμποσα από τα γραμματικά μέρη του λόγου. Δύο ουσιαστικά: θάνατο το πρώτο, ηλιοτρόπιο το δεύτερο. Ένα ρήμα σε χρόνο αόριστο και στο α΄ πρόσωπο του ενικού: έστρεψα. Ένα επίθετο σε ουδέτερο γένος: υπερμέγεθες. Την προσωπική αντωνυμία στον αδύνατο τύπο της γενικής: μου. Και ένα επίρρημα: καταπάνω. Τέλος, το μόριο σαν. Αυτό είναι το γλωσσικό υλικό που αποκτά το νόημά του στην ποιητική χρήση.
Ο θάνατος, μόνιμη και αναπόφευκτη αναμέτρηση με τον άνθρωπο. Το ηλιοτρόπιο, θέα καλοκαιρινή από ανοιχτό παράθυρο, να φέρνει στον νου τα παράδοξα κίτρινα του σαλεμένου νου του Vincent Van Gogh. Το ρήμα αινιγματικά μεταβατικό ή αμετάβατο. Το επίθετο μεγαλοπρεπές, ηχηρό φάλτσο στους χαμηλούς τόνους που είθισται να συνοδεύουν την αναφορά στον θάνατο. Η προσωπική εμπλοκή της αντωνυμίας, η επιθετική διάθεση ή η ορμητικότητα που εμπεριέχεται στο καταπάνω και εκείνο το δολερά ανατρεπτικό σαν.
Σκόρπιες λέξεις που μπορούν να συντεθούν δημιουργώντας έναν μεγάλο αριθμό ορθών, από άποψη γραμματικο-συντακτική, και έγκυρων προτάσεων. Ανάμεσά τους, ένας ποιητής, ο Οδυσσέας Ελύτης, διάλεξε μία η οποία εκπληρώνει και τις δύο παραπάνω προϋποθέσεις, αλλά, ταυτόχρονα, καταδεικνύει ότι είναι απλώς στοιχειώδεις για την ποιητική λειτουργία. Στην πρόταση που επιλέγει υπάρχει κάτι που την μετατρέπει από γλωσσικό σε ποιητικό μήνυμα. Η πρόταση, λοιπόν, που ο ποιητής σχηματίζει πρώτη-πρώτη στο «Και με φως και με θάνατον» από τον Μικρό Ναυτίλο είναι:

Έστρεψα καταπάνω μου τον θάνατο σαν υπερμέγεθες ηλιοτρόπιο.

Πρώτο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ο τροπισμός, που αποδίδεται νοηματικά και ηχητικά στη συνύπαρξη του ρήματος με το β΄ συνθετικό του ουσιαστικού ηλιοτρόπιο. Το φαινόμενο του τροπισμού, που ορίζεται στο λεξικό ως βιολογικό φαινόμενο κατά το οποίο ακίνητοι, φυτικοί κυρίως, οργανισμοί –εν προκειμένω τα ηλιοτρόπια- αλλάζουν προσανατολισμό υπό την επίδραση διαφόρων ερεθισμάτων, υφίσταται από τον Ελύτη μια μετάθεση: από τον κυριολεκτικά «φυσικό» του χώρο μετατοπίζεται σε κάτι αφύσικο, στον θάνατο, με το άλλοθι του σαν,  δηλαδή με το άλλοθι μιας παρομοίωσης. Ο θάνατος αποκτά, χάρη στην αρμοδιότητα του ποιητικού υποκειμένου, την ιδιότητα να στρέφεται κι αυτός προς την κατεύθυνση του φωτός. Συγχρόνως, έχει κιόλας αποκαλυφθεί ο μεταβατικός ενεργητικός χαρακτήρας του ρήματος, του οποίου το υποκείμενο, το νοούμενο εγώ, συνηχεί με την αντωνυμία μου. Το ενδιάμεσο καταπάνω δηλώνει την ωμή αποφασιστικότητα του ενεργούντος, αλλά και πάσχοντος μαζί, υποκειμένου. Μένει το υπερμέγεθες, επίθετο που χαρακτηρίζει το ηλιοτρόπιο, αλλά, μέσω της παρομοίωσης, και τον θάνατο.

Paul Gaugin, Vincent Van Gogh Painting Sunflowers (1888)
The Van Gogh Museum

Επιπλέον όμως, στη φράση υπάρχει ένα δεύτερο πλάνο, ένα αθέατο στην πρώτη ανάγνωση επίπεδο. Το υποκείμενο της πρότασης δέχεται μια παράθεση, τη λέξη ήλιος, που δεν ακούγεται αυτόνομη αλλά ενοικεί ως β΄ συνθετικό στο ιδιότροπο αυτό φυτό, στο ηλιοτρόπιο, και έτσι, τεχνηέντως, το επίθετο υπερμέγεθες με ένα είδος υπαλλαγής, καταλήγει να χαρακτηρίζει το ουσιαστικό ήλιος, στο οποίο, εξάλλου, είναι περισσότερο προσήκον και, κατ’ επέκταση, χαρακτηρίζει το εγώ, που νομιμοποιείται να φέρει τον χαρακτηρισμό ακριβώς επειδή το ρήμα στο οποίο αναφέρεται δηλώνει την ενεργητική επιλογή του.
Λέξεις και σχήματα που ξεκολλούν από την καθημερινή χρήση και γίνονται ύλη ποιητική.

Πηγή για την εικόνα:

Σάββατο 5 Αυγούστου 2017

Έρις και αθλητικοί αγώνες


Είπαμε στην προηγούμενη ανάρτηση ότι ο πόλεμος και οι αθλητικοί αγώνες αποτελούν τα δύο προνομιακά πεδία του πολιτικού. Ο πόλεμος και οι αθλητικοί αγώνες αποτελούν όμως επίσης τα δύο προνομιακά πεδία και της ποιητικής. Είναι σαν να λέμε η ρις μέσα στην ριν.
Η Ιλιάδα, αρχίζει και ολοκληρώνεται με την έριδα του Αχιλλέα και του Αγαμέμνονα, για να καταγράψει στην ουσία την έριδα Ελλήνων και Τρώων, με ενδιάμεσες μορφές της την έριδα των θεών (ποιος δικαιούται τη νίκη) ή την έριδα των λόγων (ποιος μιλάει καλύτερα). Οι αθλητικοί αγώνες μεταθέτουν τελετουργικά την έριδα στο στρατόπεδο του τατο. Δεν παλεύεις με τον εχθρό, αλλά με τον φίλο. Αν χάσεις, δεν χάνεις τη ζωή σου. Δείχνουν την ετοιμότητα των Αχαιών αρχηγών εν όψει της άλωσης της Τροίας ή την ετοιμότητα του Οδυσσέα (τόσο ανθεκτικού, παρά τις ταλαιπωρίες) να ανακαταλάβει το βασίλειό του.


Η δύσσεια πάλι κατευθύνεται από την αρχή της στην τελική σκηνή της μάχης του Οδυσσέα με τους μνηστήρες, για την κατάληψη της εξουσίας και της Πηνελόπης. Ο αγώνας, όμως, της Ιθάκης είναι αυτός με τις μεγαλύτερες ιδιαιτερότητες. Πρώτα-πρώτα, γιατί αυτός ο αγώνας τοξοβολίας είναι η ίδια η ρις. δεν πρόκειται καθόλου για παιχνίδι. Οι νεαροί ευγενείς που συμμετέχουν δεν αγωνίζονται για ένα λεβέτι, έναν τρίποδα ή μια σκλάβα. Αγωνίζονται για να κερδίσουν τη βασίλισσα και μέσω αυτής το βασίλειο. Έπειτα, γιατί σε αυτόν τον αγώνα επαληθεύεται παραδειγματικά το γεγονός ότι κάθε αγώνας είναι ούτως ή άλλως ένα σύστημα επιλογών και αποκλεισμών. Μέσα στο δικό του σύμπαν όλα είναι αυστηρά ιεραρχημένα. Ο πρώτος και ο έσχατος: έτσι ταξινομούνται οι συμμετέχοντες. Όμως, στο πεδίο του τατο, ο Αχιλλέας δίνει δώρα και στους έσχατους. Προέχει η συμμετοχή, η επιβεβαίωση του ανήκειν. Αντίθετα, στην Ιθάκη οι έσχατοι πληρώνονται με θάνατο. Μεταξύ των πολλών διεκδικητών επιλέχθηκε ο ένας, ο γνήσιος. Ο Gilles Deleuze το ερμηνεύει ως εξής: υπάρχουν ο πατέρας, η κόρη και οι μνηστήρες . Με πολιτικούς όρους υπάρχουν ο κριτής, η διεκδικούμενη σύζυγος/εξουσία και οι διεκδικητές. Υπάρχει και η δοκιμασία. Θα κερδίσει την κόρη ο καλύτερος, αυτός που θα επιτελέσει έναν υπερ-ανθρώπινο άθλο. Θυμίζω εδώ ότι η τριαδική δομή, την οποία περιέγραψε ο Deleuze, βρίσκει την καλύτερή της εφαρμογή στον μύθο της γέννησης των Ολυμπιακών αγώνων (ο Οινόμαος/πατέρας, η Ιπποδάμεια/κόρη, ο Πέλοπας/μνηστήρας, η αρματοδρομία/δοκιμασία). Στην τοξοβολία της Ιθάκης, καλύτερος είναι ο Οδυσσέας (η ικανότητά του στο τόξο προοικονομείται στη ραψωδία θ, αλλά, οπωσδήποτε, το τόξο δεν είναι και το ατού του). Οι υπόλοιποι μνηστήρες, για να πάψουν οριστικά να τον απειλούν, πρέπει να πεθάνουν. Έτσι, από συμμετέχοντες στους αγώνες μετατρέπονται όχι απλώς σε ηττημένους διεκδικητές της νίκης, αλλά σε θύματα.


Ο Οδυσσέας, έχοντας νικήσει στον αγώνα της τοξοβολίας, αποκαλύπτεται επιτέλους και μαζί του αναδεικνύεται το πρόβλημα της σχέσης ανάμεσα στη μεταβαλλόμενη εξωτερική όψη και στη σταθερή μορφή –αν βέβαια κάτι τέτοιο υπάρχει. Ο νικητής, έχοντας επιτελέσει τον απαιτούμενο άθλο, δικαιούται τώρα να αποκαλύψει την κρυμμένη αλήθεια του –κρυμμένη και από την παρατεινόμενη προκάλυψη και παραμόρφωσή του-, να αποκαλύψει ποιος είναι. Ο ήρωας γίνεται ζητιάνος και ο ζητιάνος ξαναγίνεται ήρωας. Καθώς ο Οδυσσέας αναλαμβάνει το βασίλειό του, βρίσκει ταυτόχρονα και την αλήθεια του είναι του. Καθώς ξανακερδίζει τη γυναίκα του, που ύφαινε και ξύφαινε μέρα-νύχτα τον δόλο και την απάτη, ξανακερδίζει την πολιτική του θέση. Γίνεται τώρα αυτός ο βασιλικός υφαντής, που για τον Πλάτωνα ταυτίζεται με τον πολιτικό. Με τη νίκη του στον αγώνα της τοξοβολίας, ο Οδυσσέας γίνεται ο ήρωας, αυτός δηλαδή που πέρασε τη δοκιμασία, έχοντας εκτελέσει με επιτυχία τον άθλο του, έχοντας, με άλλα λόγια, εκτελέσει με επιτυχία την παραδειγματική μορφή της πράξης που αποκαθιστά τη διαταραγμένη τάξη.

Σημείωση: ο αττικός  ερυθρόμορφος σκύφος αποδίδεται στον «Ζωγράφο της Πηνελόπης», είναι του 5ου π.Χ. αιώνα και βρέθηκε στην Tarquinia της Ετρουρίας. Εικονίζει τη μνηστηροφονία που μοιράζεται και στις δύο όψεις του αγγείου.

Πηγή για τις εικόνες: