Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2016

Οικονομικές θεωρίες: Friedrich von Hayek


Το 1974, ένας εκ των δύο που κέρδισαν το νόμπελ οικονομίας ήταν ο Αυστριακός φιλελεύθερος οικονομολόγος και βασικός εκπρόσωπος της αυστριακής σχολής οικονομικής σκέψης Friedrich von Hayek (ο δεύτερος ήταν ο πολιτικός του αντίπαλος Σουηδός Gunnar Myrdal).


Είχαν περάσει 30 χρόνια από τότε που ο αγγλικός εκδοτικός οίκος Routledge εξέδωσε το κορυφαίο έργο πολιτικού και οικονομικού στοχασμού του Hayek με τίτλο The Road to Serfdom (Ο δρόμος προς τη δουλεία), τίτλο που παραπέμπει στον Γάλλο φιλελεύθερο Alexis de Tocqueville και στον δικό του «road to servitude». Το έργο άρχισε να γράφεται το 1940 και ολοκληρώθηκε το 1943, δηλαδή κατά την εποχή της διαφαινόμενης ήττας του Άξονα. Ο Hayek, τη στιγμή της υποχώρησης του φασισμού, διακρίνει έναν νέο αναδυόμενο κίνδυνο που είναι ενδεχόμενο να υποδουλώσει την Ευρώπη, τον σοσιαλισμό. Ο Hayek ισχυρίζεται ότι τόσο ο ναζισμός στη Γερμανία όσο και ο κομμουνισμός στη Ρωσία είναι απόρροιες του μαρξιστικού σοσιαλισμού και έχουν ως βάση την αντίληψη της σχεδιασμένης οικονομίας. Κατ’ επέκταση, ο Hayek είναι σφοδρός πολέμιος του κολεκτιβισμού, επειδή, ακόμη και σε περιπτώσεις εθελοντικής συνεργασίας, προϋποτίθεται κάποιου είδους ενισχυμένη κεντρική εξουσία.
Αφετηρία, λοιπόν, είναι η διάκριση του Hayek μεταξύ ανοιχτής και σχεδιασμένης οικονομίας. Η πρώτη διευθετεί από μόνη της τα θέματα που προκύπτουν, ενώ η δεύτερη βασίζεται σε ένα άνωθεν σχέδιο που καταπνίγει την ελευθερία και διευθύνει κεντρικά την οικονομική δραστηριότητα. Όχι όμως μόνο αυτήν, αλλά και την ανθρώπινη δραστηριότητα εν γένει, καθώς η οικονομία αναπτύσσει μηχανισμούς που ασκούν έλεγχο στην κοινωνική σφαίρα. Επιπλέον, ενδιαφέρον έχει η θέση του Hayek ότι ο σοσιαλισμός έχει διαβρώσει πολιτικούς από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα.
Στο σύστημα του Hayek κυρίαρχη θέση κατέχει η έννοια της «αυθόρμητης τάξης» (spontaneous order), συνέχεια και επέκταση της «αόρατης χειρός» του Adam Smith. Δεν πρόκειται για αρμονία συμφερόντων, αλλά για δυνατότητα συμβιβασμού των αντιτιθέμενων συμφερόντων. Ο Hayek εξήγησε στο έργο του Prices and Production in Society (Τιμές και παραγωγή) ότι αυτός ο συντονισμός οφείλεται στον μηχανισμό του χρήματος που αυτορρυθμίζεται μέσω της ίδιας της διαδικασίας της αγοράς. Όπως είχε επισημάνει και στο άρθρο του «The Use of Knowledge in Society» («Η χρήση της γνώσης στην κοινωνία»), η αγορά διαθέτει την απαραίτητη ροή πληροφοριών που την καθιστούν ικανή και να ελέγξει την προσφορά του χρήματος και να την χρησιμοποιήσει σωστά, πράγμα αμφίβολο για έναν, π.χ., μονοπωλιακό κυβερνητικό θεσμό όπως είναι μια κεντρική τράπεζα. Εξάλλου, στο ίδιο άρθρο, ο Hayek υποστήριξε ότι ο μηχανισμός του τιμών είναι πιο αποτελεσματικός, συγκριτικά με τον κεντρικό σχεδιασμό, στη διανομή και στον συγχρονισμό της κατακερματισμένης σε τοπικό και ατομικό επίπεδο γνώσης. Απλούστερα, καθένας που λαμβάνει οικονομικές αποφάσεις μπορεί να επικοινωνήσει με τη διεσπαρμένη στους άλλους γνώση με αποκλειστικό μέσον τις ενδείξεις των τιμών. Με άλλα λόγια, το ελεύθερο σύστημα των τιμών, όπως και η εξέλιξη της γλώσσας, είναι μεν αποτέλεσμα της ανθρώπινης δράσης, χωρίς όμως να είναι αποτέλεσμα ανθρώπινου σχεδιασμού.
Ένα άλλο πολύ ενδιαφέρον σημείο των αντιλήψεων του Hayek είναι η απόρριψη της έννοιας της «κοινωνικής δικαιοσύνης», κι αυτό επειδή οδηγεί σε κρατική παρέμβαση που με τη σειρά της οδηγεί σε ολοκληρωτισμό και δουλεία. Δεν διαθέτουμε, υποστηρίζει ο  Hayek, ούτε τη γνώση ώστε να προγραμματίσουμε την οικονομία ούτε το ηθικό δικαίωμα ώστε να επιβάλουμε έλεγχο στην προσωπική ζωή των ανθρώπων (κάτι τέτοιο θα ήταν απαραίτητο εάν επρόκειτο να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα κοινωνικής δικαιοσύνης). Εάν, λοιπόν, εισαχθεί ως αρχή η δικαιοσύνη στη διανομή, τότε χρειάζεται ολόκληρη η κοινωνία να οργανωθεί σύμφωνα με τις επιταγές της. Όμως, μια τέτοια κοινωνία θα βρισκόταν στον αντίποδα μιας ελεύθερης κοινωνίας. Γι’ αυτό, η μοναδική έγκυρη και συμβατή με την ελευθερία τάξη είναι η «αυθόρμητη τάξη» της αγοράς. Τα αποτελέσματα της ανθρώπινης δράσης είναι αναγκαστικά απρόβλεπτα και, άρα, το ερώτημα κατά πόσον η απορρέουσα διανομή είναι ή όχι δίκαιη δεν έχει κανένα νόημα. Βεβαίως, είναι πιθανόν οι ενδεείς να προβούν σε πράξεις απελπισίας που θα απειλήσουν τους υπόλοιπους. Γι’ αυτό ο Hayek παραδέχτηκε την ανάγκη να υπάρχει δίχτυ ασφαλείας για όσους αντιμετωπίζουν την πείνα και την ένδεια.


Τιμημένος από πολλές πλευρές ο Hayek, έχει επίσης επικριθεί έντονα, με τον χαρακτηρισμό «νεοφιλελεύθερος» να τον συνοδεύει, ιδίως λόγω της συνεργασίας του με τη Βρετανίδα πρωθυπουργό Margaret Thatcher. Οπωσδήποτε, πάντως, η σκέψη του επηρέασε τη σύγχρονη οικονομική επιστήμη, ενέπνευσε πολλούς οικονομολόγους και δεν είναι τυχαίο ότι είναι ο δεύτερος οικονομολόγος με τις περισσότερες παραπομπές (μετά τον Kenneth Arrow).  

Πηγές για τις εικόνες:

Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2016

Οικονομικές θεωρίες: Adam Smith


Όταν το 1776 κυκλοφόρησε το πεντάτομο έργο με τίτλο An Inquiry into the Nature and Causes of the Wealth of Nations (Μια έρευνα της φύσης και των αιτιών του πλούτου των εθνών), κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι επρόκειτο να γίνει το έργο σταθμός της πολιτικής οικονομίας.


Συγγραφέας του ήταν ο σαραντατριάχρονος Σκωτσέζος οικονομολόγος και ηθικός φιλόσοφος Adam Smith και το βιβλίο του, που είναι πιο γνωστό με τον συνεπτυγμένο του τίτλο The Wealth of Nations (Ο πλούτος των εθνών), έθεσε τις βάσεις της κλασικής οικονομικής θεωρίας της ελεύθερης αγοράς.
Τη χρονιά που εκδόθηκε το βιβλίο η Ευρώπη (ηπειρωτική και νησιωτική) ζει στην αυγή της νεωτερικότητας: βιομηχανική επανάσταση, διαφωτισμός, γαλλική επανάσταση, ρομαντισμός.


Τα ερωτήματα που αντιμετωπίζονται από τον Adam Smith, τα οποία έχουν και μια σημαίνουσα ηθική διάσταση, είναι: πώς ευημερούν οι ανθρώπινες κοινωνίες, πώς, με άλλα λόγια, είναι δυνατόν μια κοινωνία, στην οποία καθένας φροντίζει το προσωπικό του συμφέρον, να μην διαλύεται από φυγόκεντρες δυνάμεις, αλλά να διατηρεί τη συνοχή της. Και περαιτέρω: πώς κατορθώνει η κοινωνία να επιβιώνει δίχως κάποια αρχή κεντρικού σχεδιασμού. Μέχρι τότε κυρίαρχη ήταν η απαισιόδοξη χομπσιανή αντίληψη, όπως είχε καταγραφεί στον Λεβιάθαν,  ότι οι άνθρωποι στη φυσική τους κατάσταση είναι αδίστακτοι και σκληροί και, άρα, έχουν ανάγκη από μια πολιτική εξουσία η οποία να μπορεί να ελέγξει αυτή τη φυσική βαρβαρότητα. Ο Adam Smith δεν διαφωνεί ως προς το πρώτο μέρος: οι άνθρωποι είναι, ναι, αδίστακτοι και σκληροί και κινούνται από αισθήματα ιδιοτέλειας. Διαφωνεί όμως ως προς τη θεραπεία αυτού του ανθρώπινου ελλείμματος. Αντίθετα με τον Hobbes που υποστηρίζει την αναγκαιότητα εξωτερικού ελέγχου, ο Smith πιστεύει ότι η ευπρέπεια μπορεί να είναι το αποτέλεσμα ελέγχου των φυσικών τους ροπών από τους ίδιους τους ανθρώπους. Κι αν αυτός ο εσωτερικός έλεγχος δεν είναι αρκετός, αφού οι άνθρωποι επιζητούν εκ φύσεως τον εξωτερικό έλεγχο, τότε καταφεύγουν σε έναν αμερόληπτο θεατή (impartial spectator) για να τους δώσει την έγκρισή του.
Τα παραπάνω αναπτύσσονται από τον Smith στο έργο του A Theory of Moral Sentiments (Θεωρία των ηθικών συναισθημάτων), που είχε κυκλοφορήσει 17 χρόνια νωρίτερα από τον Πλούτο των Εθνών. Σε αυτό το έργο εισάγεται και η έννοια της συμπάθειας, βάσει της οποίας οι άνθρωποι, παρατηρώντας τη συμπεριφορά των άλλων, αναγνωρίζουν τους εαυτούς τους και εξάγουν συμπεράσματα για την ηθική της δικής τους συμπεριφοράς.


Αυτές οι ηθικές αντιλήψεις του Smith βρίσκονται στη βάση και των οικονομικών του αντιλήψεων, που μπορούν να συνοψιστούν στο εξής: καθένας ευλόγως επιδιώκει το ατομικό του συμφέρον, επιδιώκει να αξιοποιεί το κεφάλαιό του με τρόπο ώστε το προϊόν του να έχει τη μεγαλύτερη δυνατή αξία, όμως, επιδιώκοντας τη δική του ασφάλεια και κέρδος, κινείται από ένα «αόρατο χέρι» (invisible hand) ώστε να προωθεί ακούσια το συλλογικό καλό. Εάν, λοιπόν, έτσι έχουν τα πράγματα, καθένας πρέπει να είναι ελεύθερος να επιδιώξει το δικό του συμφέρον με τον δικό του τρόπο και να εξοβελιστεί κάθε κρατική παρέμβαση, καθώς οι χιλιάδες ατομικές αποφάσεις για αποδοτική χρήση των πόρων διαθέτουν περισσότερη σοφία από οποιαδήποτε μεμονωμένη γνώση.
Με άλλα λόγια, ο Smith υποστηρίζει την ιδέα της ελεύθερης –αυτορυθμιζόμενης- αγοράς, στο πλαίσιο της οποίας ο ιδιοτελής ανταγωνισμός θα ωφελήσει την κοινωνία στο σύνολό της διατηρώντας, αφενός, χαμηλά τις τιμές λόγω του ανταγωνισμού και χτίζοντας, αφετέρου, κίνητρα για μια μεγάλη ποικιλία αγαθών και υπηρεσιών. Ο ανταγωνισμός, κατά συνέπεια, παίζει, ρυθμιστικό ρόλο έχοντας ως αποτέλεσμα την παραγωγή εκείνων ακριβώς των αγαθών που επιθυμεί η κοινωνία, και βέβαια σε τιμές που η κοινωνία είναι διατεθειμένη να πληρώσει. Πώς ακριβώς θα γίνει κάτι τέτοιο;
Πρώτον, διότι το προσωπικό συμφέρον κατευθύνει τους ανθρώπους να εκτελέσουν τις εργασίες που η κοινωνία χρειάζεται και μπορεί να πληρώσει. Δεύτερον, διότι ο ανταγωνισμός θα αποτρέψει τη φυσική απληστία των ανθρώπων για μεγαλύτερο κέρδος (καθένας που θα υπερβεί τα όρια θα βρει τους ανταγωνιστές να καραδοκούν για να του κλέψουν τη δουλειά). Τρίτον, διότι οι παραγωγοί θα υποχρεωθούν να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της κοινωνίας αναφορικά με την ποσότητα των παραγόμενων αγαθών (αλλιώς τα κέρδη τους θα μειώνονται). Τέλος, διότι η αγορά θα ρυθμίσει τα εισοδήματα όσων συνεργάζονται για την παραγωγή των αγαθών (υψηλά κέρδη σε έναν τομέα θα δημιουργήσουν συρροή ανταγωνιστών και αντιστρόφως).
Με δυο λόγια, η αγορά, το πεδίο της ατομικής οικονομικής ελευθερίας, είναι συνάμα και το πιο σκληρό αφεντικό. Οποιοσδήποτε μπορεί να κάνει οτιδήποτε στην αγορά, αν όμως κάνει κάτι που η αγορά αποδοκιμάζει, τότε η οικονομική καταστροφή θα είναι το τίμημα της ατομικής ελευθερίας.
Το κράτος, από την πλευρά του έχει τις δικές του υποχρεώσεις: να επιβλέπει την εθνική άμυνα, να οργανώνει την εσωτερική ασφάλεια και να επενδύει σε δημόσιες υποδομές, ασύμφορες λόγω της μεγάλης τους κλίμακας για τους ιδιώτες επενδυτές. Είναι, επίσης, σημαντικό το ότι ο Smith αντιτάχθηκε στα μονοπώλια, θεωρώντας ότι η ενίσχυση των επιχειρηματικών τους συμφερόντων είναι πιθανόν να να τους οδηγήσει στην επιδίωξη πολιτικής και νομοθετικής ισχύος.
Μια άλλη πρωτοπόρα ιδέα που διατύπωσε ο Adam Smith (και σημειώνεται πάνω στο χαρτονόμισμα των 20 λιρών) είναι ο καταμερισμός της εργασίας, αναγκαίος εφόσον ενδιαφερόμαστε για τη γενική ευημερία. Με τον καταμερισμό, κάθε εργάτης γίνεται πιο επιδέξιος στο έργο που αναλαμβάνει, εξοικονομείται χρόνος και ενθαρρύνεται ο σχεδιασμός μηχανών για να διευκολυνθεί η παραγωγή. Το ίδιο ισχύει και για τις χώρες: χρειάζεται να εξειδικεύονται σε ό,τι ξέρουν να κάνουν καλύτερα και, άρα, μπορούν να το διαθέσουν σε χαμηλότερη τιμή.


Πηγές για τις εικόνες:

Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2016

Ιανουάριος


Μετά τον γερασμένο Δεκέμβριο, ο νεαρός, ακμαίος και ηδονικός Γενάρης. Μελαχρινός με φτερά αγγέλου και το κεφάλι γερμένο ελαφρά είναι ο τσαρουχικός πρώτος μήνας του χρόνου, ο Ρωμαίος Ιανός, ο δίμορφος, ο πατέρας του αιώνος.


Καλή μας χρονιά!

Πηγή για την εικόνα:
https://paletaart.wordpress.com