Τετάρτη 28 Ιουνίου 2017

Περί γεωπολιτικής


Ο όρος «γεωπολιτική» μετράει ήδη έναν αιώνα διάρκεια ζωής, αν και η διάδοσή του στην Κεντρική Ευρώπη συνδέεται με τον Μεσοπόλεμο και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ παγκοσμίως άρχισε να χρησιμοποιείται αργότερα. Γεωπολιτική είναι η ανάλυση των γεωγραφικών επιδράσεων οι οποίες ασκούνται στον συσχετισμό δυνάμεων της διεθνούς πολιτικής. Οι πρώτες ευρωπαϊκές χρήσεις του όρου τον επιβάρυναν όμως με αρνητικές συμπαραδηλώσεις: πριν ακόμη εδραιωθεί ο ναζισμός η Γερμανία προέβαλε γεωπολιτικά επιχειρήματα για να αιτιολογήσει τις διεθνείς αξιώσεις της, ενώ οι Ναζί υιοθέτησαν τις αρχές της γεωπολιτικής για να εξυπηρετήσουν τις επιδιώξεις τους.
Πέρα όμως από το αρνητικό φορτίο της λέξης, η γεωπολιτική υπήρξε μία ακόμα παράμετρος που, στο πλαίσιο της κεντρικής έννοιας του αυτοπροσδιορισμού, συνήθως υποστήριξε και ερμήνευσε εθνικά, πολιτικά και ιστορικά αιτήματα, όπως η αυτοδιάθεση, ο πολιτικός και θρησκευτικός προσανατολισμός, η εδαφική ακεραιότητα κ.λπ., και η οποία στη διπλωματική και πολιτική πράξη συγκεκριμενοποιήθηκε ως απόκτηση φυσικών συνόρων, ως πρόσβαση σε σημαντικούς θαλάσσιους δρόμους, ως έλεγχος χερσαίων περιοχών με στρατηγική σημασία. Εξάλλου, γεωπολιτικά συμφέροντα, σαν αυτά που μόλις αναφέρθηκαν, συνεπάγονται και ορισμένη στρατηγική διαχείριση. Κατ’ επέκταση, η γεωπολιτική συνδέθηκε στενότατα με τη γεωστρατηγική.


Προκειμένου να δείξω το ερμηνευτικό εύρος της γεωπολιτικής αναφέρω την πιο προβεβλημένη από τις θεωρίες της (η οποία μάλιστα μας αφορά άμεσα) που είναι γνωστή με το όνομα «θεωρία του θεμελιώδους χώρου» (Heartland). Σύμφωνα με αυτήν, στο πλαίσιο της παγκόσμιας πολιτικής, οι δημοκρατικές χώρες, για λόγους επιβίωσης και άμυνας, θα έπρεπε  να έχουν υπό τον έλεγχό τους έναν θεμελιώδη χώρο που, κατά τον εισηγητή της θεωρίας Sir Halford Mackinder, καλύπτει την «Ευρασία», δηλαδή την περιοχή από τον Έλβα έως τον Αμούρ. Στις μυστικές διαπραγματεύσεις του 1940, ο Staline και ο Hitler συμφώνησαν ρητά να αποκλείσουν την Αμερική από την Ευρασία, διατηρώντας έτσι το προνόμιο για τη διεκδίκηση της παγκόσμιας δύναμης, πράγμα που δείχνει την αξία των γεωπολιτικών δεδομένων όταν διακυβεύονται παγκόσμια συμφέροντα.  Τέλος, η Ευρασία εξακολουθεί να αποτελεί τη «σκακιέρα», κατά την έκφραση του Zbigniew Brezinski, επί της οποίας παίζεται ο αγώνας (διευκρινίζω: και ο οικονομικός) για την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία.
Άλλωστε, σημαντική είναι η σαφής σύνδεση της γεωπολιτικής με τις αρχές και τις αξίες του εθνικού κράτους. Η γεωπολιτική και η συνεπόμενη γεωστρατηγική διαχείριση αποβλέπει στην –και γεωγραφική- επισήμανση της ιδιαιτερότητας και της διαφοράς του δικού μας εθνικού κράτους αλλά και εκείνων που, με διαφορετικές κατά περίπτωση αξιώσεις, μας περιβάλλουν. Μας περιβάλλουν με τη μορφή κύκλων, ξεκινώντας από τα πλησιέστερα και, στην παγκοσμιοποιημένη πια εποχή μας κατά την οποία οι συσχετισμοί και οι αλληλεπιδράσεις είναι ευρύτεροι, φτάνοντας στα πιο απομακρυσμένα. Με άλλα λόγια, η γεωπολιτική μελετά αυτό το υπόβαθρο της διεθνούς κοινωνίας το οποίο σχηματίζουν οι πολιτικοκοινωνικές λογικές του συλλογικού αυτοπροσδιορισμού, αλλά επίσης μελετά τις πολιτικές τους προεκτάσεις και τη γεωγραφική τους έκφραση. 


Παραδειγματικά, τα εκτεταμένα επαναστατικά κινήματα του 19ου αιώνα  πέτυχαν να εκφράσουν τη βούλησή τους για ανεξαρτησία με τη δημιουργία ενός κράτους που ενισχύθηκε και εδραιώθηκε σε μια συγκεκριμένη εδαφική περιοχή. Αυτός ο γεωγραφικός εντοπισμός, που συχνά συνοδεύτηκε από συγκρούσεις εθνικών αυτοπροσδιορισμών, πραγματοποιήθηκε εν μέσω έντονων ανταγωνισμών, οι οποίοι εν προκειμένω είχαν να κάνουν με τη διανομή της βαρέως ασθενούσης οθωμανικής αυτοκρατορίας. Το τέλος του 19ου αιώνα, και ενώ τα σχετικά με τη διανομή διευθετήθηκαν, δεν έθεσε τέλος στους ανταγωνισμούς, εφόσον τώρα αυτοί εκτυλίχθηκαν με κέντρο το πρόβλημα του πετρελαίου και τον έλεγχο των πηγών του. Και πάλι, πρόκειται για ζήτημα γεωπολιτικών ισορροπιών, πράγμα που αποδεικνύει ότι παρά τη ρευστότητα των ενδιαφερόντων, ο γεωγραφικός παράγοντας εξακολουθεί να παίζει ρόλο. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η σημασία της γεωπολιτικής ανάλυσης ουδέποτε θα απολέσει τη σχετική της αξία, μολονότι στους δυσμενείς παράγοντες για την ανάπτυξή της προστίθεται η πρόοδος των επικοινωνιών και η εξάπλωση των συγκοινωνιών, δια των οποίων περιορισμοί επιβεβλημένοι στο παρελθόν από τη γεωγραφική θέση αίρονται.    
Η γεωπολιτική ανάλυση αναπτύχθηκε, όπως είναι εύλογο, στα ισχυρότερα κράτη, σε αυτά δηλαδή τα κράτη που επεδίωξαν και κατάφεραν να παίξουν ηγετικό ρόλο στη διεθνή πολιτική. Όμως, και τα μικρότερα κράτη στράφηκαν στη μελέτη της, επειδή γρήγορα διαπίστωσαν ότι η εθνική τους πολιτική μπορεί να γίνει πιο αποτελεσματική όταν προηγείται η γνώση των γεωγραφικών παραγόντων που υπόκεινται στις στρατηγικές και διπλωματικές κινήσεις συμμάχων και αντιπάλων, από τη μια, αλλά και προσδιορίζουν, από την άλλη, τις προϋποθέσεις για τη δική τους εθνική ασφάλεια. Θα προσέθετα ότι αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο για χώρες όπως η Ελλάδα, για την οποία πολλές φορές ακούμε -αλλά και οι ίδιοι υποστηρίζουμε- πως γεωγραφικά βρίσκεται σε θέση προνομιακή, πράγμα που επηρεάζει αναπόφευκτα τους συσχετισμούς δυνάμεων της περιοχής αλλά και τις συμμαχίες ή τις αντιπαλότητες.

Πηγές για τις εικόνες:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου