Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2018

Αριστοτέλης: αρεταϊκή ηθική


Η μελέτη του Αριστοτέλη ως ηθικού φιλοσόφου επανέκαμψε όταν, πριν από 60 χρόνια, η Elizabeth Anscombe έγραψε ένα άρθρο στο οποίο διαπίστωνε τη χρεωκοπία της νεότερης ηθικής φιλοσοφίας και πρότεινε, αντί να σκεφτόμαστε επί τη βάσει εννοιών όπως υποχρέωση, καθήκον κ.λπ. (με άλλα λόγια, επί τη βάσει γενικών κανόνων), να επιστρέψουμε στην έννοια των αρετών και, άρα, να ανακαλύψουμε εκ νέου τον Αριστοτέλη. Αυτήν την πρώτη υπόδειξη της Anscombe την ακολούθησε μεγάλος αριθμός από μελέτες και άρθρα που κατάφεραν να επαναφέρουν στο προσκήνιο (προσαρμοσμένη, τροποποιημένη, παραμορφωμένη) την αριστοτελική ηθική και να την αναγνωρίσουν ως μία από τις πιο σημαντικές ηθικές θεωρίες, μαζί με τον ωφελιμισμό και τη δεοντολογία, και ίσως την πιο επιδραστική από τις τρεις.
Κεντρική αναφορά του Αριστοτέλη είναι η πράξη (τ δ’ ληθς ν τος πρακτικος κ τν ργων κα το βίου κρίνεται), η οποία είναι ο προνομιακός τόπος της ηθικής. Η πράξη είναι το τελικό ζητούμενο στον χώρο της πρακτικής αλήθειας, αποτελεί το μόνο βέβαιο κριτήριο της ηθικής ποιότητας του υποκειμένου και, όπως ισχυρίζεται ο Αριστοτέλης αντιτιθέμενος μάλιστα στον κοινό τόπο, προηγείται χρονικά και κυρίως αξιολογικά. Γιατί προηγείται; Διότι έχει η ίδια τον σκοπό μέσα της, την επιλέγουμε γι’ αυτήν την ίδια (τελειότερον δ λέγομεν τ καθ’ ατ διωκτν το δι’ τερον) και, επομένως, δεν χρειάζεται να καταφύγουμε σε κάποιο εξωτερικό στοιχείο το οποίο θα εγγυηθεί την αξία της. Ποια σημασία έχει αυτή η προτεραιότητα της πράξης; Μα, είναι ίδιον της ανθρώπινης συνθήκης και μάλιστα αυτονομεί την κάθε συγκεκριμένη και ειδική περίπτωση (ο πράττων έχει την ευθύνη της κάθε πράξης του. η αξία της ανθρώπινης ζωής εξαρτάται από τις δραστηριότητες που κάνω και πραγματώνεται δια των πράξεών μου. η ηθική μου ταυτότητα εξαρτάται από τη δική μου θέληση και ικανότητα, δεν μου αποδίδεται από κάποιο υπερ-ανθρώπινο, αιώνιο ον). Οι ηθικές πράξεις είναι ατομικές και κρίνονται αποκλειστικά εντός των συγκεκριμένων περιστάσεων στις οποίες εμφανίζονται. είναι, με την ορολογία του Αριστοτέλη, καθ’ καστα. Ας μην ξεχνάμε: μιλάμε για την ηθική και αναζητούμε αυτό που –ακριβώς- δίνει αξία στην ανθρώπινη συνθήκη, δηλαδή στη ζωή του ανθρώπου και του πολίτη. Σκεφτείτε. Ποια άλλη επιλογή έχουμε; Στη θέση της πράξης να βάλουμε ένα πεδίο γενικών αρχών ή εντολών, οι οποίες στη συνέχεια θα αποτελέσουν το κριτήριο αναφοράς που θα μετρήσει την ηθική ορθότητα μιας συγκεκριμένης πράξης. Άλλη επιλογή είναι να αποφασίσουμε την ηθική ορθότητα μιας συγκεκριμένης πράξης με μέτρο τις συνέπειές της, την ωφέλεια ή τον πόνο που θα προκαλέσει στους περισσότερους ανθρώπους, χωρίς όμως να έχουμε εξασφαλίσει αμεροληψία ως προς το τι συνιστά συμφέρον για τον καθένα. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η τελευταία είναι μια επιλογή που δεν παραγνωρίζεται από τον Αριστοτέλη, εφόσον το αγαθό και το ωφέλιμο στη σκέψη του επικαλύπτονται. Ο Αριστοτέλης δεν διεξάγει, όπως είπα, μια θεωρητική συζήτηση προσπαθώντας να ορίσει τι είναι η ευδαιμονία, αλλά αναζητεί μια μέθοδο που μπορεί να αλλάξει τις γνώμες, τα νδοξα των ανθρώπων, οι οποίοι, όντας ώριμα ανθρώπινα υποκείμενα και ζώντας σε πολιτική κοινωνία, πράττουν.


Βεβαίως, η πράξη προϋποθέτει αρετή. Και η αρετή εκδηλώνεται μέσω της καθ’ ξιν δραστηριότητας (είναι θιστ). εκδηλώνεται, δηλαδή, ως ηθική συμπεριφορά (το πράττον υποκείμενο έχει την τάση να πράττει κατ’ επανάληψιν με συγκεκριμένο και αναγνωρίσιμο τρόπο). Μην τρομάζετε. Δεν είστε εγκλωβισμένοι στις ηθικές σας συνήθειες. Ούτε να χαίρεστε. Δεν μπορείτε να φορτώσετε σ’ αυτές την ηθική σας ανευθυνότητα. Η αρετή γίνεται μόνιμο  και σταθερό χαρακτηριστικό, αλλά δεν είναι κάτι κεκτημένο. απαιτεί πράξη, δηλαδή ενέργεια. Συγχρόνως, προϋποθέτει έναν τόπο εκδήλωσης, και αυτός είναι ο τόπος της πολιτικής (ο άλλος είναι ο θεωρητικός βίος). Από τον Αριστοτέλη, ο τόπος της πολιτικής αντιδιαστέλλεται και εξαίρεται σε σχέση με τους ανταγωνιστές του, δηλαδή με τον τόπο της επιστήμης και με τον τόπο της τέχνης/τεχνικής. Πώς εξηγείται αυτή η υπεροχή της πολιτικής; Εξηγείται από το γεγονός ότι αυτή είναι «αρχιτεκτονική» επιστήμη, είναι δηλαδή εκείνη που αποφασίζει και νομοθετεί το είδος και την έκταση των άλλων, υπηρετικών, δραστηριοτήτων που χρειαζόμαστε (χρωμένης δ ταύτης τας λοιπας [πρακτικας] τν πιστημν, τι δ νομοθετούσης τί δε πράττειν κα τίνων πέχεσθαι) προκειμένου να κατακτήσουμε το ύψιστο, το τέλειο, πρακτικό αγαθό: την ευδαιμονία.
Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι, στον Αριστοτέλη, τα πεδία της ηθικής και της πολιτικής τέμνονται. Η ευδαιμονία, που αποτελεί κεντρική επιδίωξη του πραξεολογικού χώρου (στν εδαιμονία τν τιμίων κα τελείων), εξειδικεύεται ως ατομική και συλλογική ευδαιμονία. Τα πράττοντα υποκείμενα χρειάζονται την εμπειρία μιας ηθικής/πολιτικής κοινότητας, εντός της οποίας αναδύεται η δυνατότητα του ηθικού πράττειν. Το περίεργο είναι ότι ο Αριστοτέλης, παρότι τονίζει την αξία της πολιτικής κοινότητας για τη σύσταση και την ερμηνεία του ηθικού φαινομένου, καταλήγει συγχρόνως στην υπέρβαση της συνθήκης του πολιτικού βίου και σε αναγωγή στον μη-πολιτικό θεωρητικό βίο, στο είδος βίου που ο ίδιος ορθά ονομάζει ξενικόν.

Πηγή για την εικόνα:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου