Πέμπτη 28 Μαΐου 2020

Thomas Reid: η περίπτωση του αξιωματικού


Ενστάσεις στην άποψη του John Locke για το ζήτημα της προσωπικής ταυτότητας με βάση τη θεωρία της μνήμης (θυμίζω ότι, σύμφωνα με τον φιλόσοφο, η ομοιότητα της μνήμης είναι μεταφυσικά επαρκής και αναγκαία για την ομοιότητα των προσώπων) διατύπωσε ο Σκωτσέζος φιλόσοφος Thomas Reid. Γι’ αυτόν, οι αναμνήσεις επιτρέπουν σε κάποιον να γνωρίζει το παρελθόν του, αποτελούν μια ένδειξη προσωπικής ταυτότητας, αλλά δεν αποδεικνύουν ότι πρόκειται για το ίδιο άτομο στην πάροδο του χρόνου, εφόσον οι άνθρωποι σχηματίζουν αναμνήσεις για διάφορα περιστατικά της ζωής τους, κάποιες από τις οποίες είναι πιθανόν να λησμονήσουν.


Ο Reid χρησιμοποιεί μάλιστα ένα παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι ένας νεαρός γενναίος αξιωματικός θυμάται ότι, όταν ήταν πιτσιρίκος, τον είχαν ξυλοφορτώσει επειδή έκλεψε λίγα μήλα από ένα ξένο περιβόλι. Όταν γερνάει, στρατηγός πια, παύει πια να θυμάται αυτό το περιστατικό της παιδικής του ηλικίας, ενώ θυμάται πολύ καλά το μετάλλιο που του απονεμήθηκε πριν από μερικά χρόνια. Είναι ο γέρος στρατηγός το ίδιο πρόσωπο με τον πιτσιρίκο; Ο Locke θα απαντούσε κατηγορηματικά όχι. Βάσει της θεωρίας του, ο γέρος στρατηγός δεν μπορεί να είναι το ίδιο πρόσωπο με το άτακτο αγοράκι. Γιατί; Διότι δεν διατηρεί καμία ανάμνηση από το επεισόδιο της παιδικής του ηλικίας. Αντίθετα, ο νεαρός αξιωματικός είναι το ίδιο πρόσωπο με το παιδί, επειδή θυμάται και την αταξία και την τιμωρία του. Προκύπτει, όμως, έτσι το εξής παράλογο: ο γέρος στρατηγός είναι το ίδιο πρόσωπο με τον νεαρό και ο νεαρός είναι το ίδιο πρόσωπο με τον πιτσιρίκο, αλλά ο γέρος ΔΕΝ είναι το ίδιο πρόσωπο με το παιδί. Η αρχή «αν Α=Β και Β=Α, τότε Α=Γ» παραβιάζεται έτσι κατάφωρα.
Κι αν ο στρατηγός με κάποιον μαγικό τρόπο θυμηθεί; Σύμφωνα με τον Locke, θα είναι το ίδιο πρόσωπο με το παιδί εφόσον μπορεί να επαναλάβει την ιδέα μια προγενέστερης πράξης με την ίδια συνείδηση που είχε γι΄αυτήν την πρώτη φορά. Πράγμα απίθανο για την περίπτωση του στρατηγού. Αυτός μπορεί να θυμηθεί το γεγονός, αλλά είναι αμφίβολο ότι θα ανακαλέσει τις σκέψεις και τα συναισθήματα της παιδικής του ηλικίας.
Και δείτε τώρα το μπέρδεμα που δημιουργείται. Αν ο στρατηγός θυμηθεί την αταξία του και την θεωρήσει βασική για την ταυτότητά του, τότε δεν είναι πια ο στρατηγός, αλλά είναι απαράλλαχτο το παιδί που ήταν όταν συνέβη το επεισόδιο. Αν πάλι αυτός και ο πιτσιρίκος δεν έχουν καμιά σχέση, τότε η ταυτότητα είναι σχετική και δεν μπορεί να κριθεί αντικειμενικά. Μένει έτσι εκκρεμές το ζήτημα της διατήρησης της συνέχειας, αλλά και η δυνατότητα  μεταβολής της προσωπικής ταυτότητας.
Ο Reid, πάντως, λύνει το πρόβλημα υποστηρίζοντας ότι αυτό που ενδιαφέρει δεν η μνημονική ανάκληση, την οποία εισηγήθηκε ο Locke, αλλά οι επικαλυπτόμενες αναμνήσεις.

Πηγή για την εικόνα:

Τρίτη 26 Μαΐου 2020

John Locke: ο πρίγκιπας και ο τσαγκάρης


Έχετε δει την ταινία Freaky Friday (Απίστευτη Παρασκευή), στην οποία μια μητέρα (η Jamie Lee Kurtis) αλλάζει σώμα με την κόρη της (τη  Lindsay Lohan) με αποτέλεσμα ένα σωρό ξεκαρδιστικά επεισόδια; Και, στο πιο δραματικό, θυμάστε τη Verwandlung (Μεταμόρφωση) του Franz Kafka, όπου ένας άνθρωπος, ο Gregor Samsa, μεταμορφώνεται σωματικά σε ένα γιγάντιο σιχαμερό σκαθάρι; Ο ήρωας, παρά τη μεταμόρφωσή του, δεν παύει να είναι ο ίδιος ο Gregor, να έχει τις ίδιες σκέψεις και συναισθήματα, να διατηρεί την προσωπική του ταυτότητα.
Φανταστείτε κάτι ανάλογο. Έναν πρίγκιπα και έναν τσαγκάρη που, όταν το βράδυ πέφτουν να κοιμηθούν, ανταλλάσσουν τις αναμνήσεις τους. Ο πρίγκιπας ξυπνάει το πρωί με τις αναμνήσεις του τσαγκάρη και ο τσαγκάρης με τις αναμνήσεις του πρίγκιπα. Και οι δυο ξυπνούν στον συνηθισμένο τους χώρο και η εξωτερική τους εμφάνιση δεν έχει καθόλου αλλάξει. Όλοι εξακολουθούν να τους βλέπουν ως πρίγκιπα και ως τσαγκάρη αντίστοιχα. Όμως, η σωματική συνέχεια, που σχετίζεται με την υλική υπόσταση και την εκτατότητα σε χώρο και χρόνο, δεν έχει καμιά σημασία. Ο πρίγκιπας με τις αναμνήσεις του τσαγκάρη νιώθει πως είναι τσαγκάρης και ο τσαγκάρης με τις αναμνήσεις του πρίγκιπα νιώθει πως είναι πρίγκιπας. Αυτό που μετράει είναι η ψυχολογική συνέχεια και η συνειδητή μνήμη. Μετράει τίνος τις αναμνήσεις έχουν. Ούτε έχει σημασία ότι καθένας είναι ο ίδιος άνθρωπος που ήταν και πριν. Μετράει ότι, παρόλο που καθένας είναι ο ίδιος άνθρωπος, δεν είναι το ίδιο πρόσωπο. Διότι πρόσωπο είναι ένα σκεπτόµενο νοήµον ον, που διαθέτει λόγο και αναστοχασµό και µπορεί να εξετάσει τον εαυτό του σαν τον εαυτό του, το ίδιο σκεπτόµενο πράγµα σε διαφορετικούς χρόνους και τόπους. Εν τέλει, πρόσωπα μας κάνει η επίγνωση του εαυτού.
Φανταστείτε ακόμα ότι ο τσαγκάρης τυχαίνει να έχει διαπράξει κάποιο έγκλημα. Ποιον θα θεωρήσουμε ένοχο και θα τιμωρήσουμε γι’ αυτό; Τον τσαγκάρη, που το διέπραξε μεν αλλά το έχει σβήσει από τη μνήμη του αφού ξύπνησε με τις πριγκιπικές αναμνήσεις, ή τον πρίγκιπα, που ναι μεν δεν το διέπραξε αλλά θυμάται ότι το έκανε, αφού ξύπνησε με τις αναμνήσεις του τσαγκάρη που είναι ο ένοχος; Αλίμονο στους δικαστές που πρέπει να αποφασίσουν!
Αυτό το νοητικό πείραμα, που το πρότεινε ο Άγγλος εμπειριστής φιλόσοφος John Locke, δείχνει πόσο το ζήτημα της ανθρώπινης ταυτότητας συνδέεται με την ηθική ευθύνη. Ο Locke πίστευε ότι ο Θεός τιμωρεί μόνο για τα εγκλήματα που θυμόμαστε ότι έχουμε διαπράξει. Και ας μην σκεφτούμε να κάνουμε στα ψέματα ότι έχουμε ξεχάσει τις κακές μας πράξεις. Δεν μπορούμε να ξεγελάσουμε τον παντογνώστη Θεό.
Και τι γίνεται με την Ανάσταση και τον Παράδεισο; Θα μπορέσει το ίδιο το σώμα μας να αναστηθεί αν, ας πούμε, μας κομματιάσει μια βόμβα ή αν γίνουμε γεύμα ενός κανιβάλου; Ο Locke μας καθησυχάζει. Δεν χρειάζεται να έχουμε το ίδιο σώμα, χρειάζεται μόνο να είμαστε το ίδιο πρόσωπο, δηλαδή να έχουμε τις αναμνήσεις μας, έστω κι αν αυτές έχουν ενσωματωθεί στο σώμα του κανιβάλου που μας καταβρόχθισε.  
Το ζήτημα της ανθρώπινης ταυτότητας συνδέεται, όμως, και με την πολιτική ευθύνη, αφού πρέπει να ξέρουμε από ποιον θα ζητήσουμε να εκπληρώσει συγκεκριμένες ευθύνες και υποχρεώσεις τις οποίες έχει αναλάβει.


Τελικά ποιοι είμαστε; Εγώ, με τα άσπρα μαλλιά και τις ελαφρές ρυτίδες, είμαι το ίδιο πρόσωπο με εκείνο το χαμογελαστό ροδαλό κοριτσάκι με τα σκούρα καστανά μαλλιά που βλέπω όταν ανοίγω το άλμπουμ με τις παλιές φωτογραφίες; Αλλά τι λέω; Θυμάμαι το φόρεμα που φορούσα τότε –Πάσχα ήταν- και την κορδέλα που μου είχε αγοράσει ο παππούς. Ναι, είμαι το ίδιο πρόσωπο, επειδή έχω τη μνήμη εκείνης της ημέρας που στήθηκα μπροστά από τον φωτογράφο για να απαθανατιστώ. Γυρίζοντας, όμως, τις σελίδες του άλμπουμ με βλέπω ακόμα πιο μικρή, είμαι δεν είμαι ενός χρόνου, και φωτογραφίζομαι λίγο πριν από τη βάφτισή μου. Είμαι η ίδια εγώ; Τίποτα δεν θυμάμαι από αυτό το γεγονός. Και, παρόλο που οι άλλοι προσπαθούν να μου θυμίσουν πόσο έκλαιγα στην επαφή με το παγωμένο νερό, η μνήμη μου δεν με βοηθάει. Για τον Locke εγώ και το μωρό που βαφτίζεται είμαστε το ίδιο άτομο, αλλά όχι το ίδιο πρόσωπο. Κι όσο μεγαλώνω και το παρελθόν αρχίζει να μου διαφεύγει, τόσο συρρικνώνεται το πρόσωπο που είμαι.

Πηγή για την εικόνα:

Πέμπτη 21 Μαΐου 2020

Για τη Mont Pelerin Society


Ο σπουδαίος ιστορικός, ακραιφνής φιλελεύθερος, πολέμιος κάθε πολιτικού και θρησκευτικού φανατισμού, John Emerich Edward Dalberg, 1ος βαρόνος Acton of Aldenham, είναι ο ένας από τους δύο ανθρώπους που παραλίγο να δώσουν το όνομά τους σε μια εταιρεία η οποία δημιουργήθηκε στις 10 Απριλίου 1947. Ο δεύτερος ήταν ο άλλος φιλελεύθερος, ο γνωστός Γάλλος Alexis-Charles-Henri-Clérel de Tocqueville, που έγραψε το δίτομο De la démocratie en Amérique (Η δημοκρατία στην Αμερική), μία από τις πρώτες πραγματείες στην κοινωνιολογία και στην πολιτική επιστήμη.
Η ιδέα για την εταιρεία που χρειαζόταν να βαφτιστεί προέκυψε σε ένα συνέδριο το οποίο είχε οργανώσει ένας τρίτος κλασικός φιλελεύθερος οικονομολόγος, ο Αυστριακός Friedrich August Hayek. Σε αυτό το συνέδριο συμμετείχαν 39 πανεπιστημιακοί ερευνητές, οικονομολόγοι πρωτίστως, αλλά και ιστορικοί και φιλόσοφοι. Ο σκοπός της συνάντησης; Το μέλλον του φιλελευθερισμού και ο πόλεμος ενάντια στην «κρατικιστική υπεροχή και στη μαρξιστική ή κευνσιανή αντίληψη περί κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας που εξαπλωνόταν στην υφήλιο» (state ascendancy and Marxist or Keynesian planning [that was] sweeping the globe).
Η εταιρεία, που ιδρύθηκε από τον Hayek με συνιδρυτές τον Karl Popper, τον Ludwich Heinrich Edler von Mises, τον George Stigler και τον Milton Friedman, δεν είχε κανέναν προπαγανδιστικό προσανατολισμό, ούτε επεδίωκε να εγκαθιδρύσει κάποια ορθοδοξία. Στόχευε στη διευκόλυνση ανθρώπων με όμοιες αντιλήψεις να ανταλλάσσουν ιδέες, σε μια προσπάθεια ενδυνάμωσης των αρχών της ελεύθερης κοινωνίας, καθώς και μελέτης της λειτουργίας, των αξιών και των ατελειών ενός οικονομικού συστήματος προσανατολισμένου στην αγορά.


Όσο για το όνομά της … Ο συνδυασμός Acton-Tocqueville (Acton-Tocqueville Society) απορρίφθηκε από δύο εξέχουσες προσωπικότητες. Από τον von Mises, ο οποίος εξέφρασε την ανησυχία του για το ότι η εταιρεία θα φορτωνόταν τα λάθη των επωνύμων της Lord Acton και Tocqueville. Και από τον Frank Knight, ο οποίος εξήγησε πόσο θα επηρεαζόταν το κύρος της εταιρείας αν έπαιρνε το όνομά της από δύο «ρωμαιοκαθολικούς αριστοκράτες»!
Ποιο όνομα πήρε τελικά; Πήρε το μάλλον αδιάφορο όνομα Mont Pelerin Society (MPS), από το ελβετικό χωριό όπου γινόταν η συνάντηση.
Το αδιάφορο, όμως, όνομα δεν την εμπόδισε να ασκήσει τέτοια επιρροή, ώστε πολλά μεταγενέστερα think tanks να χρωστάνε σε αυτήν τη δημιουργία τους. Επιπλέον, ανάμεσα στα κατά καιρούς μέλη της φιγουράρουν διάσημοι πολιτικοί, δημοσιογράφοι, οικονομολόγοι και σύμβουλοι κυβερνήσεων. Χαρακτηριστικά, από τους 76 οικονομικούς συμβούλους του προσωπικού της προεκλογικής εκστρατείας του Αμερικανού Προέδρου Ronald Wilson Reagan το 1980, οι 22 ήσαν ενεργά μέλη της Mont Pelerin Society. Από την άλλη πλευρά, μαρξιστές θεωρητικοί την κατηγόρησαν ως υπεύθυνη όχι για την εξάπλωση του φιλελευθερισμού, όπως δηλωνόταν στην ιδρυτική της πράξη, αλλά του νεοφιλελευθερισμού, ενώ κάποιοι άλλοι θεωρητικοί την εγκάλεσαν για στροφή στον σοσιαλισμό (sic!).

Πηγή για την εικόνα:

Τρίτη 19 Μαΐου 2020

Schopenhauer VS Hegel


To 1820 o Arthur Schopenhauer, γεννημένος το 1788 στο Gdańsk της Πρωσίας, διορίζεται λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.
Ο Arthur ήταν προορισμένος να αναλάβει την ανθούσα οικογενειακή εμπορική επιχείρηση, όμως, όταν πεθαίνει ο πατέρας του και μένει οικονομικά ανεξάρτητος, εκείνος ρίχνεται στη φιλοσοφία στην οποία και διαπρέπει. Επίσης, ταξιδεύει.
Το 1818 εκδίδεται το μεγάλο έργο του Die Welt als Wille und Vorstellung (Ο Κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση). Η βασική του ιδέα είναι η εξής. Ο Κόσμος ως Παράσταση είναι η κατασκευή της πραγματικότητας στον νου μας (αυτό που ο Immanuel Kant ονόμαζε φαινομενικό κόσμο) και είναι ο κόσμος στον οποίο ζούμε. Από την άλλη, υπάρχει η Βούληση, μια μοναδική, ενιαία, τυφλή κατευθυντήρια δύναμη πίσω από όλα όσα υπάρχουν. Ολόκληρη η πραγματικότητα είναι μέρος αυτής της χωρίς νόημα δύναμης και είναι ανυπόφορη. Ο μόνος τρόπος να γίνει η πραγματικότητα υποφερτή είναι μέσω της τέχνης, η οποία μας απομακρύνει από τον ατελείωτο κύκλο του αγώνα και της επιθυμίας, που κινητοποιεί τα ηθικά ελατήρια της μοχθηρίας και του εγωισμού. Αν, υποστηρίζει ο Schopenhauer, αναγνωρίζαμε την αληθινή φύση της πραγματικότητας, τότε θα ξεφεύγαμε από τη Wille zum Leben  (βούληση του ζην) και θα αποφεύγαμε την οδύνη που αυτή προκαλεί. Αν αντιλαμβανόμασταν ότι είμαστε κομμάτι μιας δύναμης και όχι μεμονωμένα άτομα, τα οποία υπάρχουν μόνο στο επίπεδο του κόσμου ως παράστασης, τότε θα είχαμε λόγους να είμαστε πιο ηθικοί και θα βασίζαμε τις πράξεις μας στη συμπόνια. Ο εναλλακτικός δρόμος για να σπάσουμε τον κύκλο της επιθυμίας είναι, όπως πιστεύει ο Schopenhauer, αυτός της ασκητικής.


Έχοντας, λοιπόν, αυτό το έργο πίσω του, ο Schopenhauer αρχίζει τις παραδόσεις στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Στο ίδιο Πανεπιστήμιο διδάσκει από το 1818 ο Georg Wilhelm Friedrich Hegel. Η αλήθεια είναι ότι η ιδέα μιας κοινωνίας που διέπεται από μια συλλογική συνείδηση ήταν δική του. Πρόκειται για το περίφημο Zeitgeist. Ο Schopenhauer πάτησε πάνω σ’ αυτήν, αν και άσκησε δριμεία κριτική στην αισιόδοξη εγελιανή αντίληψη του ανθρώπου ο οποίος, ενταγμένος στο Zeitgeist, είναι συνυπεύθυνος για τη σωτηρία του κόσμου. «Τσαρλατάνο» είχε τολμήσει να χαρακτηρίσει στη διατριβή του τον εξόχως δημοφιλή Hegel, αλλά και εν γένει τους Γερμανούς ιδεαλιστές. Παρά την ασέβειά του το Πανεπιστήμιο του απένειμε τον τίτλο του διδάκτορα, τον οποίο  όμως εκείνος με το ζόρι καταδέχτηκε να παραλάβει.
Ο Schopenhauer ήταν, όπως καταλαβαίνετε, ένας πολύ ματαιόδοξος άνθρωπος. Στο Πανεπιστήμιο όρισε τα μαθήματά του την ίδια ώρα που δίδασκε ο Hegel. Ψυχή δεν πατούσε στην αίθουσά του, ενώ η αίθουσα του αντιπάλου του ήταν ασφυκτικά γεμάτη, παρόλο που ο Hegel ήταν μάλλον κακός δάσκαλος: ξερόβηχε όταν δεν ήξερε πώς να προχωρήσει και ανακάτευε μια στοίβα από σημειώσεις που είχε μπροστά του. Ο Schopenhauer δεν το άντεξε. Εγκατέλειψε το Βερολίνο, ταξίδεψε και πάλι στην Ιταλία, επανήλθε στο Βερολίνο, αλλά η τύχη του δεν βελτιώθηκε.
Όλα τού πήγαιναν στραβά. Και τα πράγματα στράβωσαν περισσότερο όταν καταδικάστηκε από το δικαστήριο επειδή, εξαγριωμένος, έσπρωξε στη σκάλα μια ηλικιωμένη μοδίστρα, η οποία μιλούσε έξω από την πόρτα του και τον ενοχλούσε στη μελέτη και στο γράψιμο. Έκτοτε, δύο πράγματα μισούσε περισσότερο στον κόσμο: τους ακαδημαϊκούς κύκλους και τις γυναίκες.
Το 1831 ο φιλόσοφος εγκατέλειψε οριστικά το Βερολίνο για να σωθεί από μια επιδημία χολέρας που κατέφθανε απειλητική από τη Ρωσία. Η χολέρα τού έκανε τη μεγάλη χάρη: να εξοντώσει τον μόνιμο αντίπαλό του, τον Hegel, ο οποίος επέστρεψε στο Πανεπιστήμιο για τις διαλέξεις του, εκτιμώντας ότι ο κίνδυνος είχε παρέλθει.
Ο  Schopenhauer έζησε ακόμα 30 χρόνια, ώσπου πέθανε από πνευμονική εμβολή σε ηλικία 72 ετών, το 1861. Λίγα χρόνια πριν είχε αρχίσει να κερδίζει την καταξίωση που ο ίδιος πίστευε ότι του άξιζε.

Πηγή για την εικόνα:

Πέμπτη 14 Μαΐου 2020

Όταν αγάπησε ο Kierkegaard


Ο Δανός φιλόσοφος Søren Kierkegaard ήταν ένας πολύ ιδιόμορφος άνθρωπος. Η ιδιομορφία του αυτή μπορεί να ήταν προϊόν μιας νεανικής του επιλογής η οποία του προξένησε μεγάλη αγωνία.
Ο Søren, την άνοιξη του 1837, όταν ήταν 24 ετών, γνώρισε και ερωτεύτηκε μια πολύ όμορφη κοπέλα, τη Regine Olsen, η οποία ήταν μόλις 15 ετών. Τρία χρόνια αργότερα, ο Søren της έκανε πρόταση γάμου την ώρα που εκείνη ήταν καθισμένη στο πιάνο, στο σαλόνι του σπιτιού της, έπαιζε για χάρη του ένα μουσικό κομμάτι.
Όλα φαίνονταν ιδανικά, κι όμως δεν ήσαν. Ο νεαρός φιλόσοφος είχε αρχίσει να αμφιβάλει για την απόφασή του να παντρευτεί την αγαπημένη του, θεωρώντας ότι ο μελαγχολικός και θεοσεβούμενος χαρακτήρας του δεν του επέτρεπε τέτοια δέσμευση. Ώσπου, στις 11 Αυγούστου 1841, ο Søren διέλυσε τον αρραβώνα, αφήνοντας τη Regine συντετριμμένη και βυθίζοντας τον εαυτό του σε μια αβάσταχτη υπαρξιακή αγωνία.


Πώς μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι μια απόφασή μας είναι σωστή; Έκτοτε, αυτό το ερώτημα απασχόλησε συστηματικά το φιλοσοφικό του έργο. Το πρώτο του έργο με τίτλο Either/Or (Είτε/Είτε), το οποίο εξέδωσε το 1843 με το ψευδώνυμο Victor Eremita, αναφέρεται ακριβώς σε αυτό το ζήτημα, όπως άλλωστε υποδεικνύει και ο τίτλος του.
Την ίδια χρονιά ο Kierkegaard ανακάλυψε ότι η αγαπημένη του είχε ήδη αρραβωνιαστεί έναν υψηλόβαθμο κρατικό υπάλληλο, τον Johan Frederik Schlegel. Δεν πτοήθηκε όμως. Συνέχισε να πιστεύει πως κάποια θεϊκή πράξη θα έκανε τη Regine να επιστρέψει στην πρώτη της αγάπη. Φυσικά, έπεσε έξω. Η νεαρή παντρεύτηκε τον Schlegel το 1847 και έζησε μαζί του ευτυχισμένη την υπόλοιπη ζωή της μέχρι τη χρονιά του θανάτου της, το 1904.
Ο Kierkegaard, ο οποίος πέθανε το 1855, σε ηλικία μόλις 42 ετών, λίγους μήνες αφότου η Olsen εγκατέλειψε τη Δανία για τις Δυτικές Ινδίες όπου ο άντρας της είχε τοποθετηθεί Κυβερνήτης, δεν έπαψε ποτέ να εμπνέεται από την αγάπη του γι’ αυτήν και της αφιέρωσε όλα τα έργα του (πλην ενός), ισχυριζόμενος ότι αυτή ήταν η αιτία που εκείνος έγινε συγγραφέας.
Είναι θαμμένοι ο ένας δίπλα στον άλλον στο κοιμητήριο Assistens της Copenhagen.

Πηγή για την εικόνα:

Τρίτη 12 Μαΐου 2020

Ετερώνυμοι: Søren Kierkegaard


Το 1843 πρωτοεμφανίζεται ο Victor Eremita, εκδότης του δανέζικου περιοδικού Either/Or (Είτε/Είτε). Ο Eremita αφηγείται ότι βρήκε ένα χειρόγραφο στο κρυφό συρτάρι ενός μεταχειρισμένου γραφείου. Περιγράφεται σε αυτό μια θεωρία της ανθρώπινης ύπαρξης που χαρακτηρίζεται από μια κρίσιμη διάκριση και προϋποθέτει τη λήψη μιας απόφασης, όπως ακριβώς υποδεικνύεται από τον τίτλο του. Από τη μια, ένας ουσιαστικά ηδονιστικός τρόπος ζωής, τον οποίο υποστηρίζει, γράφοντας σύντομα άρθρα με έντονα ποιητική γλώσσα και αναφορές σε αισθητικά θέματα, κάποιος συντάκτης Α. Από την άλλη, η ηθική ζωή η οποία βασίζεται στη δέσμευση, την οποία υποστηρίζει, γράφοντας δύο εκτεταμένες επιστολές με έντονα επιχειρηματολογικό χαρακτήρα, ένας άλλος συντάκτης που υπογράφει με το όνομα Judge William
Την ίδια χρονιά εκδίδεται ένα έργο με τον τίτλο Fear and Trembling (Φόβος και Τρόμος). Συγγραφέας του ο Johannes de Silentio. Εδώ συζητείται το ζήτημα της πίστης στον Θεό, με την ιστορία του Αβραάμ να βρίσκεται στην καρδιά του. Αν ο Αβραάμ θανατώσει τον γιο του, θα πράξει κάτι ηθικά εσφαλμένο. Κάνοντας, όμως, αυτό που του ζήτησε ο Θεός και αγνοώντας το συμβατικό αίσθημα δικαίου και αδίκου, θα έχει κάνει ένα άλμα πίστης. Θα έχει πιστέψει στον Θεό, αναλαμβάνοντας και τη διακινδύνευση που αυτό συνεπάγεται.
Ο Constantin Constantius είναι ο συγγραφέας του πρώτου μισού ενός έργου που φέρει τον τίτλο Repetition (Επανάληψη). Είναι ο ψυχαναλυτής ο οποίος προσπαθεί να θεραπεύσει από την κατάθλιψη τον συγγραφέα του δεύτερου μισού, τον αναφερόμενο ως Young Man που πάσχει επειδή αποφάσισε να εγκαταλείψει τη νεαρή ερωμένη του για χάρη του Θεού.
Vigilius Haufniensis λέγεται ο συγγραφέας του έργου The Concept of Anxiety (Η έννοια της αγωνίας), που εκδόθηκε το 1844. Στο Prefaces (Πρόλογοι), που εκδόθηκε την ίδια χρονιά, συγγραφέας είναι ο Nicolaus Notabene. Τα δύο βιβλία συνομιλούν και το θέμα τους είναι οι υπαρξιακές επιλογές που μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος και οι ενδεχόμενες συνέπειές τους.


Στο έργο Stages on Lifes Way (Στάδια της ύπαρξης), στο οποίο επανέρχονται θέματα που έχουν συζητηθεί στο  Either/Or (Είτε/Είτε), εκδότης είναι ο Hilarius Bookbinder.
Δύο έργα κυκλοφορούν με συγγραφέα κάποιον ονόματι Johannes Climacus. Πρόκειται για τo έργo Philosophical Fragments (Φιλοσοφικά αποσπάσματα) και για τη συνέχειά του Concluding Unscientific Postscript to the Philosophical Fragments (Ολοκλήρωση ενός μη επιστημονικού υστερόγραφου στα φιλοσοφικά αποσπάσματα). Η σημασία του ατόμου και η υποκειμενικότητα της αλήθειας είναι τα θέματα που εξετάζονται.
 Η σειρά άρθρων με τίτλο The Crisis and the Crisis in the Life of an Actress (Η κρίση και η κρίση στη ζωή μιας ηθοποιού) έχει συγγραφέα κάποιον Inter et Inter, το Two Minor Ethical-Religious Essays (Δύο ηθικο-θρησκευτικές πραγματείες) έχει συγγραφέα τον H.H. και το The Sickness unto Death (Ασθένεια προς θάνατον), όπως και το Practice in Christianity (Πρακτικές του Χριστιανισμού), το υπογράφει ο Anti-Climacus.
Στην πραγματικότητα συγγραφέας όλων των παραπάνω έργων, καθώς και πολλών άλλων, είναι ο Δανός υπαρξιστής φιλόσοφος και θεολόγος Søren Kierkegaard, ο οποίος χρησιμοποιεί ετερώνυμους, καθένας από τους οποίους έχει έναν διαφορετικό τρόπο να βλέπει τον κόσμο. Έμμεσες δημοσιεύσεις του θεωρούνται αυτά τα έργα. Ο Kierkegaard υποστηρίζει ότι όσα γράφει με το όνομα άλλου, δεν είναι δικές του απόψεις, αλλά τα αντιμετωπίζει ως τρίτος, ως αναγνώστης, ελπίζοντας ότι το ίδιο θα κάνουν και οι υπόλοιποι αναγνώστες του. Αυτοί θα πρέπει να αποφασίσουν ποια από τις προσεγγίσεις ζωής που προτείνονται έχει αξία για τους ίδιους. 
Εξάλλου, για τον Kierkegaard αυτό που είχε σημασία ήταν μόνο η υποκειμενική οπτική γωνία, η εμπειρία του ατόμου το οποίο καλείται να επιλέξει.

Πηγή για την εικόνα:

Πέμπτη 7 Μαΐου 2020

Για τη σκέψη του Claude Lévi-Strauss


Μέχρι την εποχή που έγραψε ο Claude Lévi-Strauss, δηλαδή μέχρι το 1950, ήταν γενικά παραδεκτό ότι οι πρωτόγονες κοινωνίες διακρίνονται από έλλειψη φαντασίας και από ανορθολογισμό και ότι η προσέγγισή τους στη ζωή και στη θρησκεία βασίζεται στην ικανοποίηση των άμεσων βιοτικών αναγκών τους.
Ο Lévi-Strauss διαφώνησε. Είχαν προηγηθεί έρευνες δύο δεκαετιών στις ιθαγενικές κοινότητες των Guaykuru, Nambikwara και Bororó στο Mato Grosso της Βραζιλίας. Ο Lévi-Strauss παρατήρησε ότι οι ιθαγενείς είχαν την έντονη επιθυμία όχι μόνο να ικανοποιήσουν τις υλικές τους ανάγκες, αλλά και να κατανοήσουν τον κόσμο και την προέλευσή του. Διαπίστωσε, επίσης, την ύπαρξη μιας λογικής περίτεχνης, διαφορετικής από εκείνην του δυτικού ορθολογισμού, η οποία ήταν φανερή ακόμα και στους πιο παράξενους μύθους, καθώς και την ύπαρξη μια έμφυτης τάξης και ικανότητας σχεδιασμού ακόμα και στις πιο πολεμοχαρείς φυλές.

Paul Gauguin, Arearea (1892)
Παρίσι, Musée d’ Orsay

Υπάρχει μια δομική ενότητα κάτω από όλους τους μύθους που έχει πλάσει η ανθρωπότητα, ισχυρίζεται ο Claude Lévi-Strauss. Και αυτά τα οικουμενικά δομικά πρότυπα, που δημιούργησαν οικουμενικές σταθερές, έχουν επηρεάσει όλες τις κοινωνίες. Η μεγάλη συμβολή του έγκειται, λοιπόν, στην εισαγωγή του επιστημονικού παραδείγματος της Δομικής Γλωσσολογίας, που την εισηγήθηκε ο Ρωσο-αμερικανός γλωσσολόγος Roman Jacobson υπό την επίδραση του Ferdinand de Saussure, στις κοινωνιολογικές και ανθρωπολογικές έρευνες. Ιδρύθηκε έτσι ο κλάδος της Δομικής Ανθρωπολογίας. Κεντρική θέση στο θεωρητικό οικοδόμημα του Levi-Strauss κατέχει η δυαδική αντίστιξη, η οποία ως στοιχειώδης ασυνείδητη νοητική αρχή ανιχνεύεται τόσο στη γλώσσα όσο και στο σύνολο του πολιτισμού (από τους άγριους έως τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές). Αυτή αποκτά λειτουργική προτεραιότητα έναντι της ενσυνείδητης σκέψης και πράξης και για τον Lévi-Strauss λειτουργεί ως καθολική ταξινομική και οργανωτική αρχή της ανθρώπινης σκέψης.
Στο βασικό θεωρητικό του έργο, με τίτλο Pensée Sauvage (Άγρια σκέψη ή Αγριοπανσές, αφού ο συγγραφέας παίζει με τη διπλή σημασία της λέξης pensée), ο Lévi-Strauss αρνείται κατηγορηματικά την ύπαρξη διαβάθμισης ανάμεσα στην πρωτόγονη και στη μοντέρνα σκέψη («προ-λογική» Vs «λογική»). Παρομοιάζει την πρωτόγονη σκέψη με τη μαστορική (bricolage), την οποίαν ονομάζει «επιστήμη του συγκεκριμένου». Και ισχυρίζεται ότι το πλεονέκτημά της έναντι της παραδοσιακής επιστήμης είναι ότι μπορεί να συνδυάζει τις πληροφορίες της κατά πολλούς και διαφόρους τρόπους, εφόσον δεν αποβλέπει στη δημιουργία ενός μόνον κώδικα αλλά ενεργοποιεί πολλούς. Η διερεύνηση της «άγριας» σκέψης αποτελεί για τον Lévi-Strauss το κλειδί για την αποκάλυψη της λειτουργίας του ανθρώπινου νου, καθώς στη μη-εξημερωμένη μορφή της η σκέψη λειτουργεί χωρίς τεχνικά βοηθήματα, όπως είναι για παράδειγμα η γραφή.
Ο Lévi-Strauss ασκεί κριτική στη θεωρία του εξελικτισμού, που, βασισμένη στο «δόγμα της παγκόσμιας προόδου», ταυτίζει την έννοια του πολιτισμού με την τεχνολογική πρόοδο, τοποθετεί τη Δύση στην κορυφή και θεωρεί όλους τους άλλους λαούς υπανάπτυκτους. Η έννοια της προόδου σαφώς υπονοεί ότι ορισμένοι πολιτισμοί είναι ανώτεροι από άλλους σε συγκεκριμένο χρόνο και τόπο, ότι κάποιοι δημιουργούν έργα που άλλοι θα ήσαν ανίκανοι να δημιουργήσουν. Ο Lévi-Strauss, κινούμενος στο ρεύμα του γαλλικού ρομαντισμού που εμπνέεται από τις αντιλήψεις του Jean-Jacques Rousseau, προσπαθεί να προωθήσει την έννοια της «ετερογένειας» των πολιτισμών, σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχει κανένα απόλυτο κριτήριο που να υποδεικνύει ότι ένας πολιτισμός είναι ανώτερος από κάποιον άλλον.
Ο Claude Lévi-Strauss πέθανε το 2009, λίγες ημέρες πριν συμπληρώσει τα 101 του χρόνια.

Πηγή για την εικόνα:

Τρίτη 5 Μαΐου 2020

Voltaire: να καλλιεργούμε τον κήπο μας


Το καυστικά σατιρικό φιλοσοφικό μυθιστόρημα του Γάλλου François-Marie Arouet, ευρύτερα γνωστού με το ψευδώνυμο Voltaire, που δημοσιεύτηκε ανώνυμα το 1759, έχει διπλό τίτλο: Candide ou lOptimisme (Ο Αγαθούλης ήτοι Περί αισιοδοξίας).


Σε αυτό, ο συγγραφέας του κατακρίνει το δόγμα της αισιοδοξίας που είχε νωρίτερα εκφραστεί από τον Alexander Pope και τον Gottfried Wilhelm Leibniz. Ο πρώτος δήλωνε πως «ό,τι υπάρχει είναι σωστό», αφού είναι έργο του Θεού και ο Θεός είναι αγαθός και παντοδύναμος. Συμβούλευε, μάλιστα, για να μπορέσουμε να δούμε όσα ο ίδιος έβλεπε, να μην καρφώνουμε το βλέμμα μας στις ατομικές λεπτομέρειες, αλλά στην ευρύτερη εικόνα, δεδομένου ότι όλα είναι μέρος του θεϊκού σχεδίου. Ο Leibniz, χρησιμοποιώντας την αρχή του αποχρώντος λόγου, οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι ο κόσμος που δημιουργήθηκε από τον Θεό είναι ο καλύτερος από όλους τους δυνατούς. Όσο για το κακό, υπάρχει βέβαια, αλλά εν τέλει κανένα άλλο σχέδιο δεν θα μπορούσε να πετύχει το μεγαλύτερο καλό με την προσθήκη του μικρότερου κακού.
Ο Voltaire δεν είχε την ίδια γνώμη. Ο σεισμός στη Λισαβόνα το 1755 και το τσουνάμι, που σκότωσαν περισσότερους από 20000 ανθρώπους, είχαν ήδη κλονίσει την πίστη του στον Θεό. Γιατί ο καλός Θεός να επιτρέψει τέτοια καταστροφή; Και γιατί στη Λισαβόνα; Και γιατί την ημέρα των Αγίων Πάντων; Και γιατί τόσες εκκλησίες καταστράφηκαν, ενώ οι οίκοι ανοχής δεν έπαθαν ζημιές;
Στο μυθιστόρημα του Voltaire κεντρικός ήρωας είναι ο Candide, ένας απλός υπηρέτης που ερωτεύεται την κόρη του αφεντικού του και διώκεται από τον πύργο όταν συλλαμβάνεται μαζί της σε στάση απρεπή. Απελπισμένος ταξιδεύει σε χώρες πραγματικές και φανταστικές, σπουδάζοντας συγχρόνως φιλοσοφία πλάι στον καθηγητή Pangloss, που είναι η καρικατούρα του Leibniz. Η ζωή του είναι μια οδύσσεια και ο Voltaire την αφηγείται με ξεκαρδιστικό τρόπο. Πόλεμος, θρησκευτικές διώξεις, δουλεία, φυσικές καταστροφές, αθλιότητα, πανουργία, ματαιοδοξία και άγνοια, όλα όσα βασάνιζαν τους ανθρώπους εκείνη την εποχή, όλα συμβαίνουν χωρίς τίποτα να μεταπείσει τον Pangloss, να τον κάνει να αναθεωρήσει την άποψή του για τον κόσμο ως τον καλύτερο από όλους τους δυνατούς. Αντίθετα, παραμένει τυφλός και όλο και περισσότερο σιγουρεύεται για το δίκιο του. Τόσα δεινά δεν μπορούν να τον κάνουν να σκεφτεί ότι μάλλον υπάρχει και καλύτερο σχέδιο για τον κόσμο, που να περιλαμβάνει λιγότερο κακό. Ο Candide πάλι, παρόλο που στην αρχή συμμερίζεται τις απόψεις του δασκάλου του, αλλάζει γνώμη και υιοθετεί μια πιο σκεπτικιστική στάση.
Τελικά, πάντως, ο Candide ξανασυναντάει την αγαπημένη του, γριά όμως πλέον και άσχημη. Δεν αποθαρρύνεται. Ζει μαζί της σε ένα αγρόκτημα, μαζί με τον Pangloss και μερικούς ακόμα. Καλλιεργούν τον κήπο τους και ζουν χωρίς πια να υποφέρουν. Ο Pangloss βιάζεται να προτείνει ότι όσα κακά έπαθαν ήσαν αναγκαία για να φτάσει η ζωή τους σε αυτήν την ευτυχή κατάληξη. Πόσο γελοίο φαίνεται κάτι τέτοιο στον Candide! «Il faut cultiver notre jardin» (πρέπει να καλλιεργούμε τον κήπο μας) είναι η εντυπωσιακή καταληκτική φράση του κεντρικού ήρωα και του έργου.
Αντί να καθόμαστε να συζητάμε αφηρημένα φιλοσοφικά θέματα, πρέπει να προσπαθήσουμε να κάνουμε ωφέλιμα πράγματα για την ανθρωπότητα, προτείνει ο Voltaire, αφού το κακό ή το καλό είναι ανθρώπινη υπόθεση.

Πηγή για την εικόνα: