Τετάρτη 26 Αυγούστου 2020

Ο Θαλής και η πρακτική φιλοσοφία


Για τον φιλόσοφο Θαλή από τη Μίλητο, που γεννήθηκε περίπου το 630 π.Χ., παραδίδονται διάφορες ιστορίες.
Η πρώτη από αυτές εξιστορείται από τον ιστορικό Ηρόδοτο ο οποίος έζησε δύο αιώνες αργότερα. Ο Θαλής, λοιπόν, λέει ο Ηρόδοτος, προέβλεψε με επιτυχία την έκλειψη ηλίου του 585 π.Χ.  Την ημέρα της έκλειψης δύο τρομεροί στρατοί είχαν παραταχθεί ο ένας απέναντι από τον άλλο: ο στρατός της Λυδίας και ο στρατός της Μηδίας. Η έκλειψη τους κατατρόμαξε, επειδή την θεώρησαν ως θεϊκή προειδοποίηση. Οι στρατιώτες εγκατέλειψαν το πεδίο της μάχης. Στα νεότερα χρόνια οι αστρονόμοι κατέληξαν ότι αυτή η έκλειψη έλαβε χώρα στις 28 Μαΐου. Και τι παράξενο! Μπορούμε με ακρίβεια να χρονολογήσουμε μια μάχη που δεν έγινε! Ο Θαλής, πάντως, σε αυτήν του την πρόβλεψη αξιοποίησε τις γνώσεις αστρονομίας που μόλις είχε αποκτήσει από το εκπαιδευτικό ταξίδι του στην Αίγυπτο.
Τη δεύτερη ιστορία την εξιστορεί ο Πλάτων στον Θεαίτητο. Ο Θαλής περπατούσε ένα όμορφο έναστρο βράδυ μελετώντας τα αστέρια. Απορροφημένος όπως ήταν, έπεσε σε ένα πηγάδι! Μια νεαρή Θρακιώτισσα δούλη, που τον άκουσε να φωνάζει, παρατήρησε κοροϊδευτικά ότι ο φιλόσοφος ήταν ικανός να μελετάει τα αστέρια, αγνοούσε όμως τι γίνεται κάτω από τα πόδια του!


Η τρίτη ιστορία, που την αφηγείται ο Αριστοτέλης, έρχεται να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Ο Θαλής δεν ήταν κανένας ονειροπαρμένος, αλλά ένας πολύ πρακτικός άνθρωπος. Η ίδια η φιλοσοφία έχει μια απολύτως πρακτική διάσταση, γι’ αυτό καλό είναι οι άνθρωποι να την μελετούν. Όταν, λοιπόν, έφτασαν στα αυτιά του Θαλή οι κατηγορίες των συμπολιτών του ότι η φιλοσοφία είναι μια άχρηστη γνώση κι αυτός ένας άχρηστος φτωχός, εκείνος πείσμωσε. Εντάξει, οι φιλόσοφοι δεν παραενδιαφέρονται για το χρήμα και τα υλικά αγαθά, αλλά ανόητοι δεν είναι. Αν ήθελαν, θα μπορούσαν να γίνουν μεγάλοι και τρανοί. Έτσι, αξιοποιώντας όσα ήξερε, προέβλεψε ότι την επόμενη χρονιά η παραγωγή λαδιού θα ήταν άφθονη. Η πρόβλεψή του επαληθεύτηκε και ο Θαλής πλούτισε, αφού είχε προηγουμένως  είχε φροντίσει να αγοράσει κοψοχρονιά όλα τα ελαιοτριβεία της Μιλήτου.
Ο φιλόσοφος, που έχει τιμηθεί με την κατάταξή του στον κατάλογο των Επτά Σοφών και έχει θεωρηθεί ιδρυτής της επιστήμης και της δυτικής φιλοσοφίας, ανάγει την αρχή του κόσμου σε ένα μοναδικό στοιχείο, στο νερό. Τουλάχιστον έτσι αναφέρει ο Αριστοτέλης στις περίφημες τρεις επιγραμματικότατες θέσεις που τις αποδίδει στον Θαλή (αν και καθόλου δεν είμαστε βέβαιοι ότι πράγματι αυτός τις διατύπωσε έτσι): α) τα πάντα γεννιούνται από το νερό, β) το νερό είναι αρχή των πάντων και γ) η γη επιπλέει πάνω στο νερό.  
Ο Θαλής πέθανε στα 78 του χρόνια από θερμοπληξία την ώρα που παρακολουθούσε έναν αθλητικό αγώνα.

Πηγή για την εικόνα:

Τετάρτη 12 Αυγούστου 2020

Francis Bacon: Για τα δόντια του αλόγου

Το σωτήριον έτος 1432 μια οδυνηρή διαμάχη συντάραξε μια ομάδα μοναχών. Το πρόβλημα ήταν ο αριθμός των δοντιών στο στόμα ενός αλόγου. Για δεκατρείς μέρες η διαφωνία μαινόταν. Κατέφυγαν στα αρχαία βιβλία και στα χρονικά. Το έργο του Αριστοτέλη μελετήθηκε εξονυχιστικά. Η απάντηση, όμως, δεν βρέθηκε. Τότε, τη δέκατη τέταρτη ημέρα, ένας νεότερος και πιο αφελής μοναχός ζήτησε από τους ανωτέρους του την άδεια να πάει στους στάβλους, να ανοίξει το στόμα ενός αλόγου και να μετρήσει τα δόντια του! Η αξιοπρέπεια των υπολοίπων πληγώθηκε σοβαρά. Έπεσαν πάνω του και τον χτύπησαν. Στη συνέχεια, τον απέβαλαν από το μοναστήρι, επειδή θεώρησαν ότι σίγουρα ο Σατανάς είχε πειράξει τον νου του, βάζοντάς τον να κηρύσσει ανίερους και ανυπόφορους τρόπους εύρεσης αλήθειας που έρχονταν σε αντίθεση με όλες τις διδασκαλίες των Πατέρων. Κατόπιν τούτου, η διαμάχη κηρύχθηκε περαιωθείσα, αφού οι μοναχοί συμφώνησαν πως το πρόβλημα θα παραμείνει ένα αιώνιο μυστήριο λόγω έλλειψης ιστορικών και θεολογικών αποδείξεων!΄


Αυτή η μικρή ιστορία αποδίδεται –αν και χωρίς βεβαιότητα- στον ελισαβετιανό φιλόσοφο Francis Bacon, ο οποίος πίστευε ότι η αφηρημένη εικοτολογία του Αριστοτέλη δεν ήταν κατάλληλη για να αποκαταστήσει την κυριαρχία του ανθρώπου στη φύση. Βάλθηκε, λοιπόν, να την επεκτείνει και να την διορθώσει. Ο Bacon απέρριπτε τις δογματικές υποθέσεις και τις βιαστικές γενικεύσεις. Υποστήριζε ότι οι γενικές αλήθειες πρέπει να προσδιορίζονται με μια σταδιακή άνοδο από τον μικρότερο στον μεγαλύτερο βαθμό καθολικότητας. Και τόνιζε ότι απαιτείται προσεκτική παρατήρηση της φύσης και των τρόπων της. Μάλιστα, ο ίδιος συνέταξε πίνακες των παρατηρήσεών του, χρησιμοποιώντας μια διαδικασία διαγραφής, ώστε να ανακαλύψει ποιες από τις ιδιότητες που συνοδεύουν μια δεδομένη κατάσταση είναι μόνιμες και ποιες είναι τυχαίες. Όπως ο νεοφώτιστος καλόγερος, έτσι και ο Bacon ανέπτυξε μια μέθοδο ριζωμένη στον κόσμο που μπορούμε να εποπτεύσουμε, που μπορούμε να δούμε και να αγγίξουμε.
Κάποιους αιώνες αργότερα ο Σκωτσέζος φιλόσοφος David Hume ανέδειξε τα μειονεκτήματα της επαγωγικής μεθόδου του Bacon και άλλων με την εξής φράση: «Αντιπαραβάλλω το ένα θαύμα με το άλλο … και πάντοτε απορρίπτω το μεγαλύτερο».
Ο Francis Bacon ήταν θύμα της μεθόδου του. Το 1626, όταν, επιχειρώντας να ανακαλύψει τα μυστικά της κατάψυξης, γέμισε μια χήνα με χιόνι, άρπαξε ένα κρύωμα που τον οδήγησε στον θάνατο!

Πηγή για την εικόνα:

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2020

Το όνειρο του Dickens


Στο Μουσείο Charles Dickens, που βρίσκεται σε ένα από τα σπίτια όπου κατοίκησε ο συγγραφέας μαζί με τη σύζυγό του Catherine, στον αριθμό 48 της οδού Daughty στο Holborn του Λονδίνου, εκτίθεται μια μισοτελειωμένη ακουαρέλα του βικτωριανού καλλιτέχνη Robert William Buss. Ένας πίνακας που είναι γνωστός ως DickensDream (Το όνειρο του Dickens).
Ο Buss είχε προσληφθεί από τους εκδότες του συγγραφέα να εικονογραφήσει τα Pickwick Papers (Τα χαρτιά του Pickwick). Ήταν ένα project που προτάθηκε στον εκδοτικό οίκο Chapman & Hall από τον εικονογράφο Robert Seymour, ο οποίος είχε δημιουργήσει μια σειρά εξαιρετικών σκίτσων. Όμως, έλειπε το κείμενο. Ο εικοσιπεντάχρονος Dickens κρίθηκε ο πιο κατάλληλος να αναλάβει αυτήν την ιδιαίτερη δουλειά. Ανάμεσα στον Μάρτιο του 1836 και στον Οκτώβριο του 1837 ο Dickens έγραψε ένα έξυπνο κείμενο με πολλούς σπουδαίους χαρακτήρες που τον καθιέρωσε ως συγγραφέα. Όμως, ο Seymour εν τω μεταξύ αυτοκτόνησε και οι εκδότες στράφηκαν στον Buss για να ολοκληρώσει το project. Η δουλειά του τους απογοήτευσε και τον απέλυσαν. Αυτή η ιστορία είχε δύο ακόμα συνέπειες, εκτός από το θορυβώδες λογοτεχνικό ντεμπούτο του Dickens. Πρώτα-πρώτα, ο Buss γνώρισε τον Dickens και στο εξής έγινε ενθουσιώδης θαυμαστής του. Κι έπειτα, ο εικονογράφος που προτιμήθηκε, ο Hablot Browne, έκανε πολύ καλή δουλειά, έτσι ώστε το πρώιμο αυτό λογοτεχνικό κόμικ γνώρισε τεράστια καλλιτεχνική και εισπρακτική επιτυχία.
Στην ακουαρέλα, ο Dickens κάθεται μπροστά από το γραφείο του, στη βιβλιοθήκη του πατρικού του σπιτιού στο Gads Hill, το οποίο αγόρασε το 1856 εύπορος πια από τη δουλειά του (εκεί μάλιστα τον βρήκε ο θάνατος to 1870). Το σκηνικό θυμίζει έντονα το χαρακτικό του Samuel Luke Fieldes με τίτλο The Empty Chair (Η άδεια καρέκλα), που χρονολογείται στα 1860 και βλέπετε πιο κάτω. Σε αυτό ο συγγραφέας είναι ηχηρά παρών μέσω της απουσίας του.


Η μορφή του συγγραφέα είναι αντιγραφή της φωτογραφίας που βλέπετε και η οποία είχε τραβηχτεί επίσης το 1860 από τους διάσημους αδελφούς φωτογράφους John και Octavious Charles Watkins.


Στο έργο του Buss, o  Dickens είναι άνετα καθισμένος, φορώντας τις παντόφλες του και ακουμπώντας τα πόδια του σε ένα χαμηλό υποπόδιο. Το δεξί χέρι του ακουμπάει στο μπράτσο της διάσημης καρέκλας του. Στο αριστερό του χέρι κρατάει ένα αναμμένο πούρο. Οι καπνοί από το πούρο δημιουργούν ένα σύννεφο σκέψεων που στροβιλίζονται πάνω από το κεφάλι του και γεμίζουν τους τοίχους του δωματίου με τα όνειρά του, με τους λογοτεχνικούς χαρακτήρες των έργων του. Όλοι, μα όλοι, είναι εκεί. Από τον γεροανόητο κύριο Samuel Pickwick μέχρι τον κακομοίρη Edwin Drood.


Ο Buss άρχισε να ζωγραφίζει τον πίνακα μετά τον θάνατο του Dickens, αλλά πέθανε χωρίς να ολοκληρώσει το έργο του.

Πηγές για τις εικόνες: