Χρόνια μακράς άσκησης στη χρησιμοθηρία και στον ωφελιμισμό
μας έχουν μάθει να αντιμετωπίζουμε και το κορμί μας σαν ένα εργαλείο
προορισμένο μόνο να εκτελεί το αναγκαίο και το λειτουργικό. Σκουπίζουμε το
σπίτι μας, δουλεύουμε το κομπρεσέρ, τρέχουμε βιαστικά για να προλάβουμε το
λεωφορείο, χτυπάμε με τις ώρες τα πλήκτρα ενός υπολογιστή, σκύβουμε πάνω από
ένα βιβλίο, περπατούμε άκαμπτοι σε δεξιώσεις, πετυχαίνουμε ρεκόρ στο άλμα,
κινούμαστε εντυπωσιακά και αναίσχυντα μισόγυμνοι πάνω σε μια πασαρέλα.
Στα πλαίσια της ίδιας χρησιμοθηρίας, μας έχουν πει ότι
πρέπει και να το προσέχουμε. Νοῦς ὑγιής ἐν
σώματι ὑγιεῖ, μας
επαναλαμβάνουν ως άλλοθι σε κάθε ευκαιρία. Ξεφυσάμε λοιπόν στα γυμναστήρια,
ιδρώνουμε σηκώνοντας τόνους από βάρη, τρέχουμε αμέτρητα χιλιόμετρα κάνοντας
τζόκινγκ, ξαπλώνουμε φορώντας το τελευταίο μοντελάκι σε μια πλαζ της μόδας,
επενδύουμε τα όνειρά μας στα κάθε λογής ινστιτούτα, εμπιστευόμαστε στα
επιτήδεια χέρια ποικίλων «δημιουργών», παραφουσκωνόμαστε με αναβολικά,
παραδινόμαστε σε κρεβάτια χειρουργείων και ξοδεύουμε ατέλειωτες ώρες μπροστά σε
καθρέφτες που αναπαράγουν ναρκισσιστικά τη δική μας εικόνα. Λάδια, κρέμες,
αλοιφές και εκατοντάδες άλλα προϊόντα με ξενικά ονόματα –ρουζ, μάσκαρα,
κραγιόν, κολόνια, σαμπουάν, ζελ- έχουν εισβάλλει με απαιτήσεις στη ζωή μας και
στην τσέπη μας. Η αγάπη για το σώμα μας γίνεται λαγνεία για την ίδια τη ζωή: να
το κρατήσουμε δυνατό, νεανικό, δροσερό. Οι ρυτίδες και τα σημάδια του χρόνου
απαλείφονται τεχνητά, για να απαλειφθεί μαζί τους –όσο γίνεται- και η προοπτική
του θανάτου.
Κώστας Βαρώτσος, Δρομέας (1988) |
Από την άλλη, είναι ο τρόπος που γευόμαστε τη θάλασσα, που
σηκώνουμε το κεφάλι για να δούμε το πέταγμα ενός πουλιού, που αφηνόμαστε στο
χάδι του άνεμου και στην καυτή ανάσα του ήλιου, που τρέχουμε να προφυλαχτούμε
από μια ξαφνική βροχή, που αγγίζουμε ένα τριαντάφυλλο, που κόβουμε τον πρώτο
καρπό της λεμονιάς, που δινόμαστε στο αγαπημένο κορμί. Εκεί πια η
λειτουργικότητα και η ταχύτητα υποχωρούν. Εκεί ακόμα και οι ρυτίδες ή οι
ατέλειες σβήνονται. Μένει μόνον ο έρωτας. Για τη θάλασσα, τη βροχή, τα
λουλούδια και τον άλλον. Το άψογο χτένισμα καταστρέφεται, τα πολυτελή ρούχα
τσαλακώνονται, η πόζα και η προσποίηση καταργούνται. Η στάση ή η κίνηση δεν μας
εξασφαλίζουν καμιά κοινωνική καταξίωση. Είναι μόνον το άνοιγμα στον άλλον. Ένας
διαφορετικός κώδικας για να πούμε αν πονάμε, αν είμαστε λυπημένοι, χαρούμενοι ή
ερωτευμένοι.
Robert Doisneau, Le baiser de l’hôtel de ville (1950) |
Τώρα ξέρουμε ακόμα και πού βρίσκεται εκείνο το ιδιότροπο,
ανυπότακτο μικρό δαχτυλάκι του δεξιού μας ποδιού. Αυτό που στριμωγμένο καθώς
είναι, το ξεχνάμε πάντα. Αν μας ρωτήσουν, την ώρα που βιαστικά εκτελούμε την
οποιαδήποτε κίνηση, πού είναι εκείνη τη στιγμή το μικρό μας δαχτυλάκι, είναι
βέβαιο ότι το αγνοούμε. Όταν όμως ερωτευόμαστε, ερωτευόμαστε ολόκληροι.
Σπαρταράει ολόκληρο το κορμί μας. «Είμαι ερωτευμένος με όλη μου την ψυχή»,
λέμε, μεταθέτοντας το ζήτημα του συνολικού σε έναν υπερβατικό, ανεξερεύνητο
χώρο. Στην πραγματικότητα, είναι με όλο μας το κορμί που αγαπάμε. Και με το
μικρό δαχτυλάκι του δεξιού μας ποδιού.
Πηγή για την εικόνα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου